Ο Thorin II, ονομαζόμενος επίσης Oakenshield, Βασιλιάς κάτω από το Βουνό ή Βασιλιάς του Βουνού, ήταν ο γιος του Thráin II, ο μεγαλύτερος αδελφός του Frerin και της Dís, o εγγονός του βασιλιά Thror και o θείος των Fíli και Kíli. Ήταν ο ηγέτης της ομάδας των Νάνων που έθεσε ως στόχο να διεκδικήσει εκ νέου το Μοναχικό Βουνό, το Erebor, από το δράκο Smaug. Η αναζήτηση ήταν επιτυχής, αλλά ο Thorin δεν κατάφερε να επιβιώσει για να βασιλεύσει ως Βασιλιάς κάτω από το Βουνό, διότι πληγώθηκε θανάσιμα στη Μάχη των Πέντε Στρατών.
Ο Θόριν γεννήθηκε το 2746 της Τρίτης Εποχής. Το όνομα του πατέρα του ήταν Θράιν. Ο Θόριν και ο νεώτερος αδελφός του Φρέριν και η νεώτερη αδελφή του Ντίς έζησαν στο Μοναχικό Βουνό, όπου ο παππούς τους Θρόρ κυβέρνησε ένα ευημερές βασίλειο, ως ο Βασιλιάς κάτω από το Βουνό. Ο Θρόρ ήταν επίσης ο ηγέτης των Nάνων οι οποίοι κατάγονταν από τον Ντούριν, τον μεγαλύτερο από τους Επτά Πατέρες των Νάνων.
Ο Θόριν γεννήθηκε το 2746 της Τρίτης Εποχής. Το όνομα του πατέρα του ήταν Θράιν. Ο Θόριν και ο νεώτερος αδελφός του Φρέριν και η νεώτερη αδελφή του Ντίς έζησαν στο Μοναχικό Βουνό, όπου ο παππούς τους Θρόρ κυβέρνησε ένα ευημερές βασίλειο, ως ο Βασιλιάς κάτω από το Βουνό. Ο Θρόρ ήταν επίσης ο ηγέτης των Nάνων οι οποίοι κατάγονταν από τον Ντούριν, τον μεγαλύτερο από τους Επτά Πατέρες των Νάνων.
Ως νεαρός Νάνος, ο Θόριν ήταν από τη φύση του περιπετειώδης. Μια μέρα το 2770, όταν ο Θόριν ήταν περίπου 24 ετών, περιφερόταν έξω όταν ο Νοσφιστής κατέβηκε στο Μοναχικό Βουνό. Πολλοί από τους νάνους μέσα σφαγιάστηκαν, ενώ άλλοι κατάφεραν να διαφύγουν. Ο Θρόρ και ο Θράιν χρησιμοποίησαν μια μυστική πόρτα στην πλαγιά του βουνού, αν και δεν είχαν πει στον Θόριν πώς είχαν βγει έξω. Η οικογένεια του Θόριν και λίγοι ακόλουθοι περιπλανήθηκαν άστεγοι για πολλά χρόνια. Έκαναν ταπεινές εργασίες για να επιβιώσουν, συμπεριλαμβανομένης της σιδηρουργίας και την εξόρυξεως άνθρακα. Για ένα διάστημα εγκαταστάθηκαν στην Ντούνλαντ. Το 2790, ο παππούς του Θόριν, ο Θρόρ, πήγε στη Μόρια με την πρόθεση να διεκδικήσει εκ νέου το αρχαίο βασίλειο των Νάνων, το Καζάντ-ντούμ, αλλά σκοτώθηκε από τον ηγέτη των Όρκ, τον Άζογκ. Ο πατέρας του Θόριν, ο Θράιν, συγκέντρωσε στρατό και έκανε πόλεμο εναντίον των Όρκς των Ομιχλιασμένων Βουνών.
Ο Θόριν πολέμησε στη Μάχη του Αζανούλμπιζαρ το 2799. Ήταν σε εκείνη τη μάχη που κέρδισε το όνομα Δρύασπις, όταν η ασπίδα του έσπασε και χρησιμοποίησε το χοντρό κλαδί μιας βελανιδιάς στη θέση της. Ο Θόριν τραυματίστηκε και ο αδελφός του ο Φρέριν σκοτώθηκε, αλλά στο τέλος οι νάνοι ήταν νικηφόροι. Παρόλα αυτά, οι νάνοι δεν διεκδικήσαν το Καζάντ-Ντούμ, λόγω της προειδοποίησης του Ντάιν Σιδηρόπου ότι η θανάσιμη μοίρα του Ντούριν, ο Μπάλρογκ, ακόμα παραμόνευε μέσα. Ο Θόριν και ο πατέρας του Θράιν επέστρεψαν στην Ντούνλαντ και στη συνέχεια ταξίδεψαν στο Ερίαντορ, όπου εγκαταστάθηκαν στα Γαλάζια Βουνά το 2802. Πλούτισαν σε κάποιο βαθμό, αλλά εργάστηκαν κυρίως στο σίδηρο και είχαν λίγο χρυσό. Το 2841, Θράιν αναλωνόταν με την επιθυμία να βρει χρυσό, είπε αντίο στον Θόριν και έφυγε για το Μοναχικό Βουνό. Αλλά ο Θράιν δεν πήγε ποτέ εκεί. Συνελήφθη και φυλακίστηκε στο φρούριο του Σάουρον, το Ντολ Γκούλντουρ. Ο Γκάνταλφ ο Γκρίζος τον βρήκε εκεί και ο Θράιν του έδωσε το χάρτη του Μοναχικού Βουνού και το κλειδί για την μυστική πόρτα για να το δώσει στο γιο του. Αλλά ο Θράιν δεν μπορούσε να θυμηθεί το όνομά του ή του Θόριν και ο Γκάνταλφ δεν ήξερε ποιος ήταν, έτσι ώστε ο μάγος κράτησε το χάρτη για πολλά χρόνια.
Ο Θόριν δεν γνωρίζε την τύχη του πατέρα του, παρόλο που ο Μπάλιν και ο Ντουάλιν επέστρεψαν με την είδηση ότι ο Θράιν είχε εξαφανιστεί. Ο Θόριν έγινε ο βασιλιάς της γραμμής του Ντούριν, και επονομάστηκε Θόριν ο ΙΙ. Ο Θόριν ήταν ισχυρός, σθεναρός και υπερήφανος. Η αποικία στα Γαλάζια Βουνά μεγάλωσε καθώς πολλοί Nάνοι ήρθαν να κατοικήσουν εκεί, και υπό την ηγεσία του Θόριν επέκτειναν τις αίθουσές τους και εργάστηκαν σκληρά για να αυξήσουν τον πλούτο τους. Αλλά καθώς περνούσαν τα χρόνια, ο Θόριν άρχισε να συλλογίζεται για τους θησαυρούς του Μοναχικού Βουνού και τις αδικίες που η οικογένειά του είχε υποστεί. Ένιωθε ότι ήταν καθήκον του να επιδιώξει την εκδίκηση εναντίον του Νοσφιστή, αλλά δεν ήξερε πώς να το επιτύχει αυτό. Ο Θόριν έπιασε τον εαυτό του να σκέφτεται τον Γκάνταλφ και ο ίδιος αισθάνθηκε υποχρεωμένος να ζητήσει τη συμβουλή του, αν και ο ίδιος ποτέ δεν τον είχε συναντήσει και δεν ήξερε πού να τον βρει.
Στις 15 Μαρτίου του 2941, ο Θόριν επέστρεφε στο σπίτι από ένα ταξίδι όταν συνάντησε τυχαία τον Γκάνταλφ στο Παιχνιδιάρικο Πόνι στο Μπρί. Ο Θόριν πλησίασε τον μάγο και τον κάλεσε στα δώματά του στα Γαλάζια Βουνά και ο Γκάνταλφ συμφώνησε. Ο Γκάνταλφ ήθελε και εκείνος να απαλλάξουν το Μοναχικό Βουνό από τον Νοσφιστή, επειδή φοβόταν ότι θα μπορούσε ο Σάουρον να χρησιμοποιήσει τον Δράκο για να σπείρει τον όλεθρο στο Βορρά, ενώ ο ίδιος θα επιτιθόταν στο Ρίβεντελ και στο Λοθλόριεν. Η αρχική ιδέα του Θόριν ήταν να συγκεντρώσει ένα στρατό να προελάσει στο Μοναχικό Βουνό και να συντρίψει τον Νοσφιστή, αλλά ο Γκάνταλφ του τόνισε ότι δεν υπήρχε τέτοιος στρατός για να καλέσει ο Θόριν και ότι θα ήταν καλύτερα να βασίζονται στο απαρατήρητο και στη μυστικότητα. Για το σκοπό αυτό, ο Γκάνταλφ πρότεινε να φέρει μαζί ένα Χόμπιτ που ονομάζεται Μπίλμπο Μπάγκινς, ως μέλος της ομάδας, γιατί τα Χόμπιτ ήταν γνωστό ότι έχουν την ικανότητα να περνούν απαρατήρητα και ο Νοσφιστής δεν ήταν εξοικειωμένος με τη μυρωδιά ενός Χόμπιτ. Οι Nάνοι είχαν την αντίληψη ότι ο Μπίλμπο ήταν έναν διαρρήκτης που αναζητούσε εργασία, και ο Γκάνταλφ φρόντισε να τους διατηρήσει την ιδέα αυτή. Ο Θόριν ήταν περιφρονητικός για τα Χόμπιτ και ήταν εξαιρετικά αμφίβολο για εκείνον ότι ένα Χόμπιτ θα μπορούσε να τον βοηθήσει στην αναζήτησή του, αλλά στο τέλος συμφώνησε να συναντήσει τον Μπίλμπο.
Ο Θόριν συγκέντρωσε μια ομάδα από δεκατρείς Nάνους συμπεριλαμβανομένου του ίδιου και των ανηψιών του Φίλι και Κίλι, μαζί με τους Μπάλιν, Ντουάλιν, Μπίφουρ, Μπόφουρ, Μπόμπουρ, Όιν, Γκλόιν, Ντόρι, Νόρι και Όρι. Ταξίδεψαν ανατολικά από τα Γαλάζια Βουνά για το Σάιρ. Στο Χόμπιτον, στις 26 Απριλίου, βρήκαν το Μπαγκ-Εντ με ένα σημάδι στην πόρτα που σήμαινε ότι ένας διαρρήκτης προς ενοικίαση κατοικούσε μέσα. Ο Θόριν ήταν μεταξύ των τελευταίων που έφτασαν, και άνοιξε την πόρτα ο Μπίλμπο τόσο ξαφνικά που ο Θόριν έπεσε μέσα με άλλους τρεις Nάνους, συμπεριλαμβανομένου του εξαιρετικά χοντρού Μπόμπουρ από πάνω του. Ο Θόριν έκανε δεκτές τις ακατάσχετες συγνώμες του Μπίλμπο, αλλά δεν ήταν καθόλου εντυπωσιασμένος με την επιλογή του Γκάνταλφ για τον διαρρήκτη, και η συμπεριφορά του Μπίλμπο κατά τη διάρκεια της βραδιάς δεν έκανε τίποτα για να αλλάξει τη γνώμη του Θόριν.
Ο Θόριν είχε ως επικρατέστερη την ιδέα της μια μυστικής αποστολή, ωστόσο. Ο Γκάνταλφ παρέδωσε τον χάρτη και το κλειδί που ο Θράιν είχε αναθέσει σε αυτόν και είπε στον Θόριν ότι η τελευταία επιθυμία του πατέρα του ήταν να κάνει ο Θόριν χρήση αυτών. Ο Θόριν εξακολουθούσε να μην είναι πεπεισμένος για την ανάγκη του να συμπεριληφθεί ο Μπίλμπο στην αποστολή. Ο Θόριν διαφωνούσε με τον Γκάνταλφ μέχρι αργά τη νύχτα αφού ο Μπίλμπο είχε πάει για ύπνο, αλλά ο μάγος ήταν ανένδοτος, και είπε στον Θόριν ότι η αποστολή θα αποτύχει χωρίς τον Μπίλμπο. Τέλος, ο Θόριν ενέδωσε με μεγάλη απροθυμία. Το επόμενο πρωί, ο Θόριν και η ομάδα των Νάνων συγκεντρώθηκαν στον Πράσινο Δράκο στο Μπάιγουότερ να περιμένουν τον Μπίλμπο, και όταν το Χόμπιτ έφτασε στις 11:00 π.μ. ξεκινήσαν την αναζήτησή τους.
Στα Trollshaws στα τέλη Μαΐου, ο Θόριν και η ομάδα συνελήφθησαν από τρία Τρόλς που ονομάζονταν Τομ, Μπερτ και Γουίλιαμ. Ο Θόριν προσπάθησε να τους πολεμήσει και αυτός χτύπησε τον Μπέρτ στο μάτι με ένα φλεγόμενο κλαδί, αλλά τα Τρολς τον έπιασαν. Ο Γκάνταλφ κορόιδεψε τα Τρολς με το να τα βάλει να διαφωνούν μεταξύ τους μέχρι την αυγή, οπότε και τα Τρολς μετατράπηκαν σε πέτρα. Ο Θόριν πήρε ένα υπέροχο σπαθί από τους θησαυρός των Τρολς. Όταν η ομάδα έφτασε στο Ρίβεντελ, ο Έλροντ αναγνώρισε το σπαθί ως το Όρκριστ, το Σφαγέα-των-Γκόμπλιν, μια λεπίδα που είχε φτιαχτεί από τα Ξωτικά της Γκοντόλιν στην Πρώτη Εποχή.
Ο Θόριν και η ομάδα των Νάνων αιχμαλωτίστηκαν από Ορκς στο Ψηλό Πέρασμα των Βουνών της Καταχνιάς. Τα Oρκς αναγνώρισαν το σπαθί του Θόριν ως το Σφαγέα-των-Γκόμπλιν και εξοργίστηκαν, αλλά ο Γκάνταλφ θανάτωσε το Μεγάλο Γκόμπλιν και οι Nάνοι διέφυγαν. Ο Μπίλμπο χάθηκε κάτω από τα βουνά, και τότε ήταν που βρήκε το Ένα Δαχτυλίδι και αντιμετώπισε το Γκόλουμ. Καθώς συνέχισαν το ταξίδι τους, ο Θόριν και η ομάδα δέχθηκαν επίθεση από Λύκους, διασώθηκαν από Αετούς, και έφτασαν από τον Γκάνταλφ στο σπίτι του Μπέορν. Στην άκρη του Μίρκγουντ, οι νάνοι χωρίστηκαν με τον Γκάνταλφ και μπήκαν στο Ζοφερό Δάσος. Ο Θόριν και η ομάδα ξεμάκρυναν από το μονοπάτι από τα φώτα των Ξωτικών του Δάσους, τα οποία είχαν γλέντι στο δάσος, αλλά κάθε φορά που πλησίαζαν τα φώτα έσβηναν και τα ξωτικά εξαφανιζόντουσαν. Την τρίτη φορά, ο Θόριν συνελήφθη. Του πήρανε το Όρκριστ και προσήχθη ενώπιον του Βασιλιά των Ξωτικών, Θράντουιλ. Όταν ο Θόριν αρνήθηκε να πει στον Θράντουιλ τι δουλειά είχαν οι Nάνοι στο Μίρκγουντ, φυλακίστηκε. Μετά από πολλές ημέρες σε αιχμαλωσία, ο Θόριν άρχισε να χάνει την ελπίδα και σκεφτόταν να πει στον Θράντουιλ για την αποστολή. Στη συνέχεια όμως ο Μπίλμπο εμφανίστηκε με ένα σχέδιο διαφυγής, και η γνώμη του Θόριν για την αξία του Χόμπιτ άρχισε να μεγαλώνει. Ο Μπίλμπο έβαλε τους Νάνους σε άδεια βαρέλια και επέπλευσαν στον Ποταμό του Δάσους ως την Λιμνούπολη. Ο Θόριν είπε στον Αρχηγό της Λιμνούπολης ότι κατάγεται από τον Βασιλιά κάτω από το Βουνό και ότι είχε επιστρέψει για να διεκδικήσει το βασίλειό του. Έλαβαν πόνι και προμήθειες από τους άνδρες της Λιμνούπολης και ξεκίνησαν για το Βουνό της Μοναξιάς.
Την Ημέρα του Ντούριν, ο Μπίλμπο έλυσε το αίνιγμα στο χάρτη και ο Θόριν ξεκλείδωσε την μυστική πόρτα με το κλειδί. Ο Θόριν είπε τότε στον Μπίλμπο ότι είχε έρθει η ώρα γι 'αυτόν να κερδίσει την αμοιβή του ως διαρρήκτης. Ο Μπίλμπο ανέκτησε ένα κύπελλο από το λημέρι του Νοσφιστή και ο Δράκος βγήκε απο το Βουνό εξοργισμένος. Ο Θόριν σιγουρεύτηκε ότι όλοι στην ομάδα μπήκαν με ασφάλεια μέσα στο μυστικό πέρασμα. Την επόμενη μέρα, αφότου ο Μπίλμπο μίλησε με τον Νοσφιστή, ο Δράκος πέταξε για την Λιμνούπολη. Η πόλη καταστράφηκε, αλλά ο Βάρδος ο Τοξοβόλος σκότωσε τον Νοσφιστή με ένα βέλος. Αγνοώντας την διάλυση του Νοσφιστή, ο Θόριν και η ομάδα αποτόλμησαν να μπουν στη φωλιά του Νοσφιστή και βρήκαν τους καταπληκτικούς χαμένους θησαυρούς τους. Ο ίδιος ο Θόριν ενδύθηκε με χρυσή πανοπλία και πήρε ένα ασημένιο τσεκούρι, και έδωσε Μπίλμπο ένα καταπληκτικό αλυσιδωτό θώρακα απο Μίθριλ. Αλλά ο Θόριν δεν μπορούσε να βρει το θησαυρό που ζητούσε περισσότερο - την Ιερή Πέτρα, και είπε στην ομάδα να την αναζητήσει. Tην Ιερή Πέτρα την ήθελε για τον εαυτό του, και είπε ότι θα τιμωρήσει όποιον την κρατήσει. Ο Μπίλμπο είχε ήδη βρει την Ιερή Πέτρα, αλλά το Χόμπιτ την κράτησε και δεν το είπε στον Θόριν.
Ο Θόριν οδήγησε την ομάδα στην μπροστινή πύλη και έξω για τον Κορακόλοφο. Εκεί συνάντησαν έναν γέρικο κοράκι που ονομαζόταν Ρόουκ, το οποίο είπε στον Θόριν ότι ο Νοσφιστής ήταν νεκρός. Το κοράκι έφερε επίσης την είδηση ότι άνδρες της Λιμνούπολης και τα Ξωτικά του Δάσους έρχονταν στο Μοναχικό Βουνό για να διεκδικήσουν μερίδιο από τον θησαυρό. Το κοράκι συμβούλεψε τον Θόριν να εμπιστευτεί τον Βάρδο από τη Λιμνούπολη, αλλά Θόριν ήταν θυμωμένος με τη σκέψη ότι ο καθένας προσπαθούσε να διεκδικήσει μέρος του θησαυρού. Ζήτησε από το κοράκι να πάει να ζητήσει βοήθεια από τον Ντάιν Σιδηρόπου στους Σιδερένιους Λόφους, και στη συνέχεια ο Θόριν η ομάδα επέστρεψαν στο Μοναχικό Βουνό και άρχισαν να οχυρώνουν την μπροστινή Πύλη. Οι άνδρες της Λιμνούπολης και τα Ξωτικά του Δάσους ήρθαν στην πύλη για να διαπραγματευτούν με τον Θόριν. Ο Βάρδος ζήτησε μερίδιο από τον θησαυρό του Δράκου με την αιτιολογία ότι αυτός ήταν που σκότωσε τον Νοσφιστή και ότι ένα μέρος του θησαυρού του Δράκου άνηκε κάποτε στο Ντέηλ. Ζήτησε επίσης βοήθεια για το λαό της Λιμνούπολης, ο οποίος είχε δώσει βοήθεια στον Θόριν και την ομάδα των Νάνων και τώρα ήταν σε ανάγκη από βοήθεια οι ίδιοι. Ο Θόριν αρνήθηκε. Η επιθυμία του να κρατήσει τον θησαυρό που οι πρόγονοί του έχασαν με τόσο μεγάλο κόστος για αυτούς ήταν συντριπτική και θόλωνε την κρίση του. Ο Θόριν είπε ατον Βάρδο ότι η καταστροφή της Λιμνούπολης δεν ήταν ευθύνη του και αρνήθηκε να διαπραγματευτεί με στρατιές που είχαν στρατοπεδεύσει έξω από το βουνό. Ήταν ιδιαίτερα αντίθετος σε οποιεσδήποτε συναλλαγές με τον Βασιλιά των Ξωτικών Θράντουιλ, ο οποίος είχε φυλακίσει τον ίδιο και την ομάδα του. Οι άνδρες της Λιμνούπολης και τα Ξωτικά του Δάσους αποσύρθηκαν από την πύλη. Ο Βάρδος έστειλε έναν αγγελιαφόρο αρκετές ώρες αργότερα ζητώντας το ένα δωδέκατο του θησαυρού, αλλά ο Θόριν έριξε ένα βέλος στην ασπίδα του αγγελιαφόρου. Ο αγγελιαφόρος στη συνέχεια ανακοίνωσε ότι το Μοναχικό Βουνό ήταν υπό πολιορκία και ότι κανείς δεν επιτρέπεται να φύγει. Ο Μπίλμπο σκέφτηκε ότι τα αιτήματα του Βάρδου ήταν λογικά, έτσι ένα βράδυ βγήκε κρυφά έξω από το βουνό και πήγε στο στρατόπεδο των ανθρώπων και των ξωτικών. Έδωσε στον Βάρδο και στον Θράντουιλ την Ιερή Πέτρα ως ένα μέσο για να διαπραγματευτούν με τον Θόριν. Την επόμενη μέρα ο Βάρδος προσέφερε στον Θόριν την Ιερή Πέτρα σε αντάλλαγμα ένα μερίδιο του θησαυρού. Ο Θόριν οργίστηκε, και όταν ανακάλυψε ότι ο Μπίλμπο είχε πάρει την Ιερή Πέτρα απείλησε να ρίξει το Χόμπιτ κάτω στα βράχια, αλλά ο Γκάνταλφ εμφανίστηκε και τον σταμάτησε. Ο Θόριν απρόθυμα συμφώνησε να καταβάλει στον Μπίλμπο το μερίδιο του, δηλαδή το 1/14 του θησαυρού σε αντάλλαγμα με την Ιερή Πέτρα, αλλά δεν το έστειλε αμέσως. Είχε ακόμα την ελπίδα ότι όταν ο Ντάιν θα έφτανε με βοήθεια, θα ήταν σε θέση να ανακτήσει την Ιερή Πέτρα με τη βία.
Οι Δυνάμεις του Ντάιν έφτασαν την επόμενη μέρα, αλλά προτού μπορέσουν να βοηθήσουν τον Θόριν, μια στρατιά από Ορκς και Λύκους κατέβηκε στο Μοναχικό Βουνό. Ο Ντάιν συμφώνησε να ενώσουν τις δυνάμεις τους με τα Ξωτικά και τους Ανθρώπους και να πολεμήσουν τον κοινό τους εχθρό στη Μάχη των Πέντε Στρατών. Η μάχη είχε γυρίσει υπέρ του εχθρού, όταν ο Θόριν οδήγησε την ομάδα του από την πύλη και συσπειρώθηκαν με τους Νάνους, τους Ανθρώπους και τα Ξωτικά. Ο Θόριν προκάλεσε τον ηγέτη των Όρκ, τον Μπολγκ γιο του Άζογκ, αλλά έπεσε χτυπημένος με πολλές πληγές. Στο τέλος, οι αετοί έφθασαν μαζί με τον Μπέορν, και τα Ορκς και οι Βάργκς νικήθηκαν. Ο Μπέορν τράβηξε τον Θόριν μακριά από το πεδίο της μάχης. Πριν πεθάνει, ο Θόριν ζήτησε να δει τον Μπίλμπο.
Ο Θόριν θάφτηκε βαθιά κάτω από το Μοναχικό Βουνό. Ο Βάρδος τοποθέτησε την Ιερή Πέτρα στο στήθος του Θόριν, και ο Θράντουιλ έβαλε το Ορκριστ στον τάφο του. Από τη στιγμή που τα ανίψια του Θόριν, ο Φίλι και ο Κίλι, είχαν πεθάνει στη μάχη, τον Θόριν διαδέχτηκε ο πλησιέστερος συγγενής του, ο Ντάιν ο Σιδηρόπους, ως Βασιλιάς κάτω από το Βουνό.
Στις 15 Μαρτίου του 2941, ο Θόριν επέστρεφε στο σπίτι από ένα ταξίδι όταν συνάντησε τυχαία τον Γκάνταλφ στο Παιχνιδιάρικο Πόνι στο Μπρί. Ο Θόριν πλησίασε τον μάγο και τον κάλεσε στα δώματά του στα Γαλάζια Βουνά και ο Γκάνταλφ συμφώνησε. Ο Γκάνταλφ ήθελε και εκείνος να απαλλάξουν το Μοναχικό Βουνό από τον Νοσφιστή, επειδή φοβόταν ότι θα μπορούσε ο Σάουρον να χρησιμοποιήσει τον Δράκο για να σπείρει τον όλεθρο στο Βορρά, ενώ ο ίδιος θα επιτιθόταν στο Ρίβεντελ και στο Λοθλόριεν. Η αρχική ιδέα του Θόριν ήταν να συγκεντρώσει ένα στρατό να προελάσει στο Μοναχικό Βουνό και να συντρίψει τον Νοσφιστή, αλλά ο Γκάνταλφ του τόνισε ότι δεν υπήρχε τέτοιος στρατός για να καλέσει ο Θόριν και ότι θα ήταν καλύτερα να βασίζονται στο απαρατήρητο και στη μυστικότητα. Για το σκοπό αυτό, ο Γκάνταλφ πρότεινε να φέρει μαζί ένα Χόμπιτ που ονομάζεται Μπίλμπο Μπάγκινς, ως μέλος της ομάδας, γιατί τα Χόμπιτ ήταν γνωστό ότι έχουν την ικανότητα να περνούν απαρατήρητα και ο Νοσφιστής δεν ήταν εξοικειωμένος με τη μυρωδιά ενός Χόμπιτ. Οι Nάνοι είχαν την αντίληψη ότι ο Μπίλμπο ήταν έναν διαρρήκτης που αναζητούσε εργασία, και ο Γκάνταλφ φρόντισε να τους διατηρήσει την ιδέα αυτή. Ο Θόριν ήταν περιφρονητικός για τα Χόμπιτ και ήταν εξαιρετικά αμφίβολο για εκείνον ότι ένα Χόμπιτ θα μπορούσε να τον βοηθήσει στην αναζήτησή του, αλλά στο τέλος συμφώνησε να συναντήσει τον Μπίλμπο.
Ο Θόριν συγκέντρωσε μια ομάδα από δεκατρείς Nάνους συμπεριλαμβανομένου του ίδιου και των ανηψιών του Φίλι και Κίλι, μαζί με τους Μπάλιν, Ντουάλιν, Μπίφουρ, Μπόφουρ, Μπόμπουρ, Όιν, Γκλόιν, Ντόρι, Νόρι και Όρι. Ταξίδεψαν ανατολικά από τα Γαλάζια Βουνά για το Σάιρ. Στο Χόμπιτον, στις 26 Απριλίου, βρήκαν το Μπαγκ-Εντ με ένα σημάδι στην πόρτα που σήμαινε ότι ένας διαρρήκτης προς ενοικίαση κατοικούσε μέσα. Ο Θόριν ήταν μεταξύ των τελευταίων που έφτασαν, και άνοιξε την πόρτα ο Μπίλμπο τόσο ξαφνικά που ο Θόριν έπεσε μέσα με άλλους τρεις Nάνους, συμπεριλαμβανομένου του εξαιρετικά χοντρού Μπόμπουρ από πάνω του. Ο Θόριν έκανε δεκτές τις ακατάσχετες συγνώμες του Μπίλμπο, αλλά δεν ήταν καθόλου εντυπωσιασμένος με την επιλογή του Γκάνταλφ για τον διαρρήκτη, και η συμπεριφορά του Μπίλμπο κατά τη διάρκεια της βραδιάς δεν έκανε τίποτα για να αλλάξει τη γνώμη του Θόριν.
Ο Θόριν είχε ως επικρατέστερη την ιδέα της μια μυστικής αποστολή, ωστόσο. Ο Γκάνταλφ παρέδωσε τον χάρτη και το κλειδί που ο Θράιν είχε αναθέσει σε αυτόν και είπε στον Θόριν ότι η τελευταία επιθυμία του πατέρα του ήταν να κάνει ο Θόριν χρήση αυτών. Ο Θόριν εξακολουθούσε να μην είναι πεπεισμένος για την ανάγκη του να συμπεριληφθεί ο Μπίλμπο στην αποστολή. Ο Θόριν διαφωνούσε με τον Γκάνταλφ μέχρι αργά τη νύχτα αφού ο Μπίλμπο είχε πάει για ύπνο, αλλά ο μάγος ήταν ανένδοτος, και είπε στον Θόριν ότι η αποστολή θα αποτύχει χωρίς τον Μπίλμπο. Τέλος, ο Θόριν ενέδωσε με μεγάλη απροθυμία. Το επόμενο πρωί, ο Θόριν και η ομάδα των Νάνων συγκεντρώθηκαν στον Πράσινο Δράκο στο Μπάιγουότερ να περιμένουν τον Μπίλμπο, και όταν το Χόμπιτ έφτασε στις 11:00 π.μ. ξεκινήσαν την αναζήτησή τους.
Στα Trollshaws στα τέλη Μαΐου, ο Θόριν και η ομάδα συνελήφθησαν από τρία Τρόλς που ονομάζονταν Τομ, Μπερτ και Γουίλιαμ. Ο Θόριν προσπάθησε να τους πολεμήσει και αυτός χτύπησε τον Μπέρτ στο μάτι με ένα φλεγόμενο κλαδί, αλλά τα Τρολς τον έπιασαν. Ο Γκάνταλφ κορόιδεψε τα Τρολς με το να τα βάλει να διαφωνούν μεταξύ τους μέχρι την αυγή, οπότε και τα Τρολς μετατράπηκαν σε πέτρα. Ο Θόριν πήρε ένα υπέροχο σπαθί από τους θησαυρός των Τρολς. Όταν η ομάδα έφτασε στο Ρίβεντελ, ο Έλροντ αναγνώρισε το σπαθί ως το Όρκριστ, το Σφαγέα-των-Γκόμπλιν, μια λεπίδα που είχε φτιαχτεί από τα Ξωτικά της Γκοντόλιν στην Πρώτη Εποχή.
Την Ημέρα του Ντούριν, ο Μπίλμπο έλυσε το αίνιγμα στο χάρτη και ο Θόριν ξεκλείδωσε την μυστική πόρτα με το κλειδί. Ο Θόριν είπε τότε στον Μπίλμπο ότι είχε έρθει η ώρα γι 'αυτόν να κερδίσει την αμοιβή του ως διαρρήκτης. Ο Μπίλμπο ανέκτησε ένα κύπελλο από το λημέρι του Νοσφιστή και ο Δράκος βγήκε απο το Βουνό εξοργισμένος. Ο Θόριν σιγουρεύτηκε ότι όλοι στην ομάδα μπήκαν με ασφάλεια μέσα στο μυστικό πέρασμα. Την επόμενη μέρα, αφότου ο Μπίλμπο μίλησε με τον Νοσφιστή, ο Δράκος πέταξε για την Λιμνούπολη. Η πόλη καταστράφηκε, αλλά ο Βάρδος ο Τοξοβόλος σκότωσε τον Νοσφιστή με ένα βέλος. Αγνοώντας την διάλυση του Νοσφιστή, ο Θόριν και η ομάδα αποτόλμησαν να μπουν στη φωλιά του Νοσφιστή και βρήκαν τους καταπληκτικούς χαμένους θησαυρούς τους. Ο ίδιος ο Θόριν ενδύθηκε με χρυσή πανοπλία και πήρε ένα ασημένιο τσεκούρι, και έδωσε Μπίλμπο ένα καταπληκτικό αλυσιδωτό θώρακα απο Μίθριλ. Αλλά ο Θόριν δεν μπορούσε να βρει το θησαυρό που ζητούσε περισσότερο - την Ιερή Πέτρα, και είπε στην ομάδα να την αναζητήσει. Tην Ιερή Πέτρα την ήθελε για τον εαυτό του, και είπε ότι θα τιμωρήσει όποιον την κρατήσει. Ο Μπίλμπο είχε ήδη βρει την Ιερή Πέτρα, αλλά το Χόμπιτ την κράτησε και δεν το είπε στον Θόριν.
Ο Θόριν οδήγησε την ομάδα στην μπροστινή πύλη και έξω για τον Κορακόλοφο. Εκεί συνάντησαν έναν γέρικο κοράκι που ονομαζόταν Ρόουκ, το οποίο είπε στον Θόριν ότι ο Νοσφιστής ήταν νεκρός. Το κοράκι έφερε επίσης την είδηση ότι άνδρες της Λιμνούπολης και τα Ξωτικά του Δάσους έρχονταν στο Μοναχικό Βουνό για να διεκδικήσουν μερίδιο από τον θησαυρό. Το κοράκι συμβούλεψε τον Θόριν να εμπιστευτεί τον Βάρδο από τη Λιμνούπολη, αλλά Θόριν ήταν θυμωμένος με τη σκέψη ότι ο καθένας προσπαθούσε να διεκδικήσει μέρος του θησαυρού. Ζήτησε από το κοράκι να πάει να ζητήσει βοήθεια από τον Ντάιν Σιδηρόπου στους Σιδερένιους Λόφους, και στη συνέχεια ο Θόριν η ομάδα επέστρεψαν στο Μοναχικό Βουνό και άρχισαν να οχυρώνουν την μπροστινή Πύλη. Οι άνδρες της Λιμνούπολης και τα Ξωτικά του Δάσους ήρθαν στην πύλη για να διαπραγματευτούν με τον Θόριν. Ο Βάρδος ζήτησε μερίδιο από τον θησαυρό του Δράκου με την αιτιολογία ότι αυτός ήταν που σκότωσε τον Νοσφιστή και ότι ένα μέρος του θησαυρού του Δράκου άνηκε κάποτε στο Ντέηλ. Ζήτησε επίσης βοήθεια για το λαό της Λιμνούπολης, ο οποίος είχε δώσει βοήθεια στον Θόριν και την ομάδα των Νάνων και τώρα ήταν σε ανάγκη από βοήθεια οι ίδιοι. Ο Θόριν αρνήθηκε. Η επιθυμία του να κρατήσει τον θησαυρό που οι πρόγονοί του έχασαν με τόσο μεγάλο κόστος για αυτούς ήταν συντριπτική και θόλωνε την κρίση του. Ο Θόριν είπε ατον Βάρδο ότι η καταστροφή της Λιμνούπολης δεν ήταν ευθύνη του και αρνήθηκε να διαπραγματευτεί με στρατιές που είχαν στρατοπεδεύσει έξω από το βουνό. Ήταν ιδιαίτερα αντίθετος σε οποιεσδήποτε συναλλαγές με τον Βασιλιά των Ξωτικών Θράντουιλ, ο οποίος είχε φυλακίσει τον ίδιο και την ομάδα του. Οι άνδρες της Λιμνούπολης και τα Ξωτικά του Δάσους αποσύρθηκαν από την πύλη. Ο Βάρδος έστειλε έναν αγγελιαφόρο αρκετές ώρες αργότερα ζητώντας το ένα δωδέκατο του θησαυρού, αλλά ο Θόριν έριξε ένα βέλος στην ασπίδα του αγγελιαφόρου. Ο αγγελιαφόρος στη συνέχεια ανακοίνωσε ότι το Μοναχικό Βουνό ήταν υπό πολιορκία και ότι κανείς δεν επιτρέπεται να φύγει. Ο Μπίλμπο σκέφτηκε ότι τα αιτήματα του Βάρδου ήταν λογικά, έτσι ένα βράδυ βγήκε κρυφά έξω από το βουνό και πήγε στο στρατόπεδο των ανθρώπων και των ξωτικών. Έδωσε στον Βάρδο και στον Θράντουιλ την Ιερή Πέτρα ως ένα μέσο για να διαπραγματευτούν με τον Θόριν. Την επόμενη μέρα ο Βάρδος προσέφερε στον Θόριν την Ιερή Πέτρα σε αντάλλαγμα ένα μερίδιο του θησαυρού. Ο Θόριν οργίστηκε, και όταν ανακάλυψε ότι ο Μπίλμπο είχε πάρει την Ιερή Πέτρα απείλησε να ρίξει το Χόμπιτ κάτω στα βράχια, αλλά ο Γκάνταλφ εμφανίστηκε και τον σταμάτησε. Ο Θόριν απρόθυμα συμφώνησε να καταβάλει στον Μπίλμπο το μερίδιο του, δηλαδή το 1/14 του θησαυρού σε αντάλλαγμα με την Ιερή Πέτρα, αλλά δεν το έστειλε αμέσως. Είχε ακόμα την ελπίδα ότι όταν ο Ντάιν θα έφτανε με βοήθεια, θα ήταν σε θέση να ανακτήσει την Ιερή Πέτρα με τη βία.
Οι Δυνάμεις του Ντάιν έφτασαν την επόμενη μέρα, αλλά προτού μπορέσουν να βοηθήσουν τον Θόριν, μια στρατιά από Ορκς και Λύκους κατέβηκε στο Μοναχικό Βουνό. Ο Ντάιν συμφώνησε να ενώσουν τις δυνάμεις τους με τα Ξωτικά και τους Ανθρώπους και να πολεμήσουν τον κοινό τους εχθρό στη Μάχη των Πέντε Στρατών. Η μάχη είχε γυρίσει υπέρ του εχθρού, όταν ο Θόριν οδήγησε την ομάδα του από την πύλη και συσπειρώθηκαν με τους Νάνους, τους Ανθρώπους και τα Ξωτικά. Ο Θόριν προκάλεσε τον ηγέτη των Όρκ, τον Μπολγκ γιο του Άζογκ, αλλά έπεσε χτυπημένος με πολλές πληγές. Στο τέλος, οι αετοί έφθασαν μαζί με τον Μπέορν, και τα Ορκς και οι Βάργκς νικήθηκαν. Ο Μπέορν τράβηξε τον Θόριν μακριά από το πεδίο της μάχης. Πριν πεθάνει, ο Θόριν ζήτησε να δει τον Μπίλμπο.
«Αντίο, καλέ μου κλέφτη», είπε. «Πηγαίνω τώρα στις αίθουσες της αναμονής να καθίσω δίπλα στον πατέρα μου, μέχρι που ο κόσμος να ξαναφτιαχτεί. Τώρα που αφήνω όλο το χρυσάφι και το ασήμι, και πάω εκεί όπου αυτά δεν έχουν καμία αξία, θα ήθελα να αποχαιρετιστούμε σαν φίλοι και θα πάρω πίσω τα λόγια μου και τις πράξεις μου στην Πύλη ... υπάρχει περισσότερο καλό μέσα σου από όσο πιστεύεις, παιδί της καλοσυνάτης Δύσης. Κάμποσο θάρρος και αρκετή σοφία, ανακατεμένα με μέτρο. Αν περισσότεροι από εμάς εκτιμούσαν το καλό φαγητό, το κέφι και το τραγούδι πιο πολύ από το χρυσάφι, ο κόσμος θα ήταν καλύτερος. Αλλά χαρούμενος ή λυπημένος εγώ πρέπει να τον αφήσω. Αντίο!» The Hobbit: Το ταξίδι της επιστροφής, σελ. 300-301
Ο Θόριν θάφτηκε βαθιά κάτω από το Μοναχικό Βουνό. Ο Βάρδος τοποθέτησε την Ιερή Πέτρα στο στήθος του Θόριν, και ο Θράντουιλ έβαλε το Ορκριστ στον τάφο του. Από τη στιγμή που τα ανίψια του Θόριν, ο Φίλι και ο Κίλι, είχαν πεθάνει στη μάχη, τον Θόριν διαδέχτηκε ο πλησιέστερος συγγενής του, ο Ντάιν ο Σιδηρόπους, ως Βασιλιάς κάτω από το Βουνό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου