Ainulindalë

ΑΪΝΟΥΛΙΝΤΑΛΗ

Η Μουσική των Άινουρ


Ο Έρου, ο Ένας, που στην Άρντα ονομάζεται Ιλούβαταρ, πρώτα δημιούργησε τους Άινουρ, τους Ιερούς, που ήταν παιδιά της σκέψης του, κι αυτοί ήταν μαζί του πριν γίνει οτιδήποτε άλλο. Και τους μίλησε προτείνοντάς τους θέματα μουσικά, κι αυτοί έψαλλαν ενώπιόν του κι αυτός χαιρόταν. Για πολύν καιρό όμως ο καθένας έψαλλε μόνος, ή λίγοι μαζί, ενώ οι υπόλοιποι άκουγαν, γιατί ο καθένας αντιλαμβανόταν μόνο εκείνο το μέρος του νου του Ιλούβαταρ απ' το οποίο προερχόταν, και στην κατανόηση των αδελφών τους προχωρούσαν πολύ αργά. Όμως ακούγοντας έφταναν σε βαθύτερη κατανόηση και αύξαναν σε ομόνοια και αρμονία.

Και ήρθε καιρός που ο Ιλούβαταρ κάλεσε όλους τους Άινουρ μαζί και τους φανέρωσε ένα θέμα όλο δύναμη, αποκαλύπτοντάς τους πράγματα μεγαλύτερα και ωραιότερα από ό,τι τους είχε ως τώρα αποκαλύψει. Και η δόξα της αρχής του και το μεγαλείο του τέλους του άφησε έκπληκτους τους Άινουρ, έτσι ώστε υποκλίθηκαν μπροστά στον Ιλούβαταρ και σιώπησαν.

Τότε ο Ιλούβαταρ τους είπε: "Από το θέμα που σας φανέρωσα, επιθυμώ τώρα εσείς να κάνετε όλοι μαζί αρμονικά μια Μεγάλη Μουσική. Κι επειδή σας έχω δώσει ζωή με Άφθαρτη Φλόγα, θα δείξετε τις ικανότητές σας διανθίζοντας αυτό το θέμα, ο καθένας ελεύθερα με τις δικές του σκέψεις και επινοήσεις. Εγώ όμως θα καθίσω και θα ακούω και θα χαίρομαι, που εσείς έχετε αφυπνίσει κι έχετε κάνει τραγούδι μια τόσο μεγάλη ομορφιά".

Τότε οι φωνές των Άινουρ, σαν άρπες και λαγούτα, φλογέρες και τρομπέτες, βιόλες και αρμόνια και σαν αμέτρητες χορωδίες που ψάλλουν με λόγια, άρχισαν να διαμορφώνουν το θέμα του Ιλούβαταρ σε μεγαλειώδη μουσική κι ο ήχος της υψώθηκε σε ατελείωτες εναλλασσόμενες μελωδίες πλεγμένες αρμονικά, που πέρασαν κι απλώθηκαν σε ύψη και σε βάθη που ήχος δεν είχε ξαναπάει και οι τόποι που κατοικούσε ο Ιλούβαταρ γέμισαν και ξεχείλησαν και έτσι η μουσική και ο αντίλαλός της απλώθηκαν ως το Κενό, που δεν ήταν άδειο πια. Ποτέ ξανά οι Άινουρ δεν έφτιαξαν μουσική σαν κι αυτήν, αν και λέγεται ότι θα γίνει ακόμη καλύτερη μπροστά στον Ιλούβαταρ από τις χορωδίες των Άινουρ και των Παιδιών του Ιλούβαταρ μετά το τέλος των ημερών. Τότε τα θέματα του Ιλούβαταρ θα παιχτούν σωστά και θα αποκτήσουν Οντότητα τη στιγμή που θα προφερθούν, γιατί τότε όλοι θα καταλάβουν απόλυτα το σκοπό του Ιλούβαταρ για το ρόλο τους και ο καθένας θα κατανοήσει τον άλλο και ο Ιλούβαταρ θα δώσει στις σκέψεις τους τη μυστική φωτιά, επειδή θα είναι πολύ ευχαριστημένος.

Τώρα, όμως, ο Ιλούβαταρ καθόταν και άκουγε, και για πολύν καιρό του φαινόταν ότι στη μουσική δεν υπήρχαν ελαττώματα. Αλλά καθώς το θέμα εξελισσόταν, γεννήθηκε στην καρδιά του Μέλκορ η επιθυμία να συμπεριλάβει θέματα της δικής του φαντασίας, που δεν εναρμονιζόταν με το θέμα του Ιλούβαταρ, γιατί επιζήτησε μέσα απ' αυτά να αυξήσει τη δύναμη και τη δόξα του ρόλου που του είχε ανατεθεί. Στον Μέκορ, από όλους τους Άινουρ, είχαν δοθεί τα μεγαλύτερα χαρίσματα δύναμης και γνώσης και είχε μερίδιο και σ' όλα τα χαρίσματα των αδελφών του. Είχε πάει συχνά μονάχος στους κενούς τόπους αναζητώντας την Άφθαρτη Φλόγα, γιατί μέσα του έκαιγε η επιθυμία να δώσει Ύπαρξη σε δικά του πράγματα, και του φαινόταν πως ο Ιλούβαταρ δεν είχε καθόλου λάβει υπόψη του το Κενό, κι αυτός δεν είχε υπομονή να το βλέπει άδειο. Δε βρήκε, όμως, τη Φωτιά, γιατί αυτή βρίσκεται με τον Ιλούβαταρ. Και επειδή καθόταν μόνος του, είχε αρχίσει να έχει δικές του σκέψεις, διαφορετικές από αυτές των αδελφών του.

Μερικές από αυτές τις σκέψεις τις περιέλαβε τώρα στη μουσική του και αμέσως δημιουργήθηκε κακοφωνία γύρω του και πολλοί από αυτούς που έψαλλαν κοντά του απελπίστηκαν και η σκέψη τους ταράχτηκε και η μουσική τους κόμπιασε. Μερικοί όμως άρχισαν να εναρμονίζουν τη μουσική τους με τη δική του αντί με τη σκέψη που είχαν αρχικά. Τότε η κακοφωνία του Μέλκορ απλώθηκε ακόμα περισσότερο και οι μελωδίες που είχαν ακουστεί πριν βούλιαξαν σε μια θάλασσα από ταραγμένους ήχους. Ο Ιλούβαταρ όμως καθόταν κι άκουγε ώσπου λες και σηκώθηκε ολόγυρα στο θρόνο του και λυσσομανούσε θύελλα, μαύρα κύματα που πολεμούσαν το ένα το άλλο μ' ατέλειωτο θυμό που δεν έλεγε να καταλαγιάσει.

Τότε ο Ιλούβαταρ σηκώθηκε και οι Άινουρ είδαν πως χαμογελούσε, και σήκωσε ψηλά το αριστερό του χέρι κι ένα καινούριο θέμα ξεκίνησε μες στη θύελλα, όμοιο και όμως ταυτόχρονα ανόμοιο με το προηγούμενο, και δυνάμωσε και πήρε νέα ομορφιά. Αλλά η κακοφωνία του Μέλκορ ξεσηκώθηκε αγριεμένα να αντιπαλέψει μαζί του κι έγινε πόλεμος των ήχων πιο βίαιος από πριν, ώσπου πολλοί από τους Άινουρ τρόμαξαν και δεν έψαλλαν πια και κυριάρχησε ο Μέλκορ. Τότε σηκώθηκε πάλι ο Ιλούβαταρ και οι Άινουρ είδαν ότι η όψη του ήταν αυστηρή, και σήκωσε ψηλά το δεξί του χέρι, και να! ένα τρίτο θέμα γεννήθηκε μέσα στη σύγχυση, και δεν έμοιαζε με τα άλλα. Γιατί στην αρχή φάνηκε απαλό και γλυκό, ένα κυματάκι ήχων απαλών με γλυκές μελωδίες, όμως ήταν αδύνατο να καταπνιγεί και απόκτησε από μόνο του δύναμη και βάθος. Και φαινόταν, τέλος, πως υπήρχαν δυο μουσικές που εξελίσσονταν ταυτόχρονα μπροστά στο θρόνο του Ιλούβαταρ, εντελώς αντίθετες. Η μία ήταν βαθιά, πλατιά και όμορφη, αργή όμως και δεμένη με μια αμέτρητη λύπη, απ' όπου κυρίως προερχόταν και η ομορφιά της. Η άλλη είχε τώρα αποκτήσει μια δική της συμφωνία, ήταν όμως δυνατή και μάταιη και επαναλαμβανόταν ασταμάτητα. Είχε λίγη αρμονία, αλλά μάλλον μια κραυγαλέα συμφωνία, λες και πολλές τρομπέτες σάλπιζαν στριγκά τις ίδιες λίγες νότες. Και προσπαθούσε να πνίξει την άλλη μουσική με τη βία της φωνής της, όμως φαινόταν ότι τις πιο θριαμβικές νότες της τις έπαιρνε η άλλη και τις ύφαινε στο δικό της μεγαλόπρεπο σχέδιο.

Και στη μέση αυτής της διαμάχης, που τα ανάκτορα του Ιλούβαταρ τραντάζονταν κι ένα τρεμούλιασμα έφτανε ως τους τόπους που η ησυχία δεν είχε ποτέ ως τώρα ταραχτεί, ο Ιλούβαταρ σηκώθηκε για τρίτη φορά και η όψη του ήταν τρομερή. Μετά σήκωσε και τα δύο του χέρια ψηλά και με μια συγχορδία, βαθύτερη κι από την Άβυσσο, ψηλότερη κι από τον Ουρανό, διαπεραστική σαν το φως της ματιάς του Ιλούβαταρ, η Μουσική έπαψε.

Τότε ο Ιλούβαταρ μίλησε και είπε: "Μεγάλοι είναι οι Άινουρ και μεγαλύτερος ανάμεσά τους είναι ο Μέλκορ. Αλλά για να γνωρίζει αυτός, όπως κι όλοι οι Άινουρ, ότι εγώ είμαι ο Ιλούβαταρ, όσα έχετε ψάλει θα σας τα φανερώσω για να δείτε τι έχετε φτιάξει. Κι εσύ, Μέλκορ, θα δεις ότι κανένα θέμα δεν μπορεί να παιχτεί αν δεν έχει την αρχική του πηγή σε εμένα, ούτε κανείς μπορεί ν' αλλάξει τη μουσική παρά τη θέλησή μου. Γιατί αυτός που θα το προσπαθήσει θα αποδειχτεί δικό μου όργανο για να επινοηθούν πράγματα ακόμα πιο υπέροχα, τα οποία αυτός δεν είχε ούτε καν φανταστεί".

Τότε οι Άινουρ φοβήθηκαν και δεν καταλάβαιναν ακόμα τα λόγια που τους έλεγε. Και ο Μέλκορ γέμισε ντροπή, από την οποία προήλθε κρυφός θυμός. Αλλά ο Ιλούβαταρ σηκώθηκε μεγαλόπρεπα και άφησε τους ωραίους τόπους που είχε φτιάξει για τους Άινουρ, και οι Άινουρ τον ακολούθησαν.

Όταν όμως έφτασαν στο Κενό, ο Ιλούβαταρ τους είπε: "Δείτε τη Μουσική σας!" και τους έδειξε ένα όραμα, δίνοντάς τους ταυτόχρονα όραση εκεί που πριν είχαν μόνο ακοή. Και είδαν ένα νέο Κόσμο που εμφανίστηκε μπροστά τους, και ήταν σφαιρικός μέσα στο Κενό, κι εκεί μέσα στηριζόταν αλλά δεν ήταν σαν κι αυτό. Κι όπως κοιτούσαν και θαύμαζαν, ο Κόσμος αυτός άρχισε να ξεδιπλώνει την ιστορία του και τους φάνηκε πως ζούσε και μεγάλωνε. Και αφού οι Άινουρ κοίταξαν για αρκετή ώρα σιωπηλοί, ο Ιλούβαταρ είπε ξανά: "Δείτε τη Μουσική σας! Αυτό είναι το αποτέλεσμα της μουσικής σας τέχνης, και ο καθένας σας θα δει να συμπεριλαμβάνονται εκεί μέσα, ανάμεσα στο σχέδιο που σας έδωσα, όλα εκείνα που μπορεί να φαίνεται ότι ο καθένας σας μόνος του επινόησε ή πρόσθεσε. Κι εσύ, Μέλκορ, θα ανακαλύψεις όλες τις πιο κρυφές σκέψεις του νού σου και θα διακρίνεις ότι δεν αποτελούν παρά μέρος του όλου και συνεισφορά στη δόξα του".

Και για άλλα πολλά μίλησε ο Ιλούβαταρ στους Άινουρ τότε και, επειδή θυμόνταν τα λόγια του και γνώριζαν τη μουσική που ο καθένας είχε φτιάξει, οι Άινουρ γνωρίζουν πολλά από αυτά που ήταν, και είναι, και πρόκειται να έρθουν, και λίγα είναι αυτά που δε βλέπουν. Όμως υπάρχουν και μερικά πράγματα που δεν μπορούν να δουν, ούτε μόνοι ούτε μαζί, γιατί σε κανέναν έξω από τον εαυτό του δεν έχει αποκαλύψει όλα όσα έχει στο νού του ο Ιλούβαταρ. Και σε κάθε εποχή εμφανίζονται πράγματα καινούρια που δεν τα 'χει προβλέψει κανείς, γιατί δεν προέρχονται από το παρελθόν. Κι έτσι, καθώς αυτό το όραμα του Κόσμου ξετυλιγόταν μπροστά τους, οι Άινουρ είδαν ότι περιείχε πράγματα που δεν τα είχαν σκεφτεί. Και είδαν έκπληκτοι τον ερχομό των Παιδιών του Ιλούβαταρ και τον τόπο διαμονής που είχε ετοιμάσει γι' αυτά, και διέκριναν ότι κι αυτοί οι ίδιοι με τη μουσική τους είχαν ασχοληθεί με την προετοιμασία αυτού του τόπου, χωρίς να γνωρίζουν πως η μουσική αυτή είχε πέρα από την ομορφιά της και κάποιον άλλο σκοπό. Γιατί τα Παιδιά του Ιλούβαταρ ήταν αποκλειστικά δική του επινόηση, και ήρθαν με το τρίτο θέμα και δεν υπήρχαν στο θέμα που τους είχε προτείνει στην αρχή ο Ιλούβαταρ και κανείς από τους Άινουρ δε συμμετείχε στη δημιουργία τους. Γι' αυτό, μόλις τα είδαν, τα αγάπησαν ακόμα περισσότερο, γιατί ήταν όντα διαφορετικά από αυτούς, παράξενα κι ελεύθερα. Και σ' αυτό ξαναείδαν το νου του Ιλούβαταρ να αντικατοπτρίζεται και γνώρισαν λίγο περισσότερο τη σοφία του, που διαφορετικά θα είχε παραμείνει κρυφή ακόμα κι από τους Άινουρ.

Λοιπόν, τα Παιδιά του Ιλούβαταρ είναι τα Ξωτικά και οι Άνθρωποι, οι Πρωτογέννητοι και οι Επόμενοι. Κι ανάμεσα σ' όλα τα θαυμάσια του Κόσμου, τις τεράστιες αίθουσες και τους χώρους του και τις περιστρεφόμενες φωτιές του, ο Ιλούβαταρ διάλεξε έναν τόπο για κατοικία τους στα Βάθη του Χρόνου κι ανάμεσα στα αμέτρητα αστέρια. Κι αυτός ο τόπος μπορεί να φανεί σαν κάτι μικρό για όποιον υπολογίζει μόνο το μεγαλείο των Άινουρ κι όχι την τρομερή τους οξύτητα, σαν κι αυτόν που θα πάρει όλον τον χώρο της Άρντα για να θεμελιώσει μια κολόνα κι εκεί να την υψώνει ώσπου ο κώνος της κορυφής της να γίνει πιο μυτερός κι από βελόνα. Ή σαν αυτόν που μόνο θα μετρήσει την ατέλειωτη απεραντοσύνη του Κόσμου, τον οποίο ακόμη φτιάχνουν οι Άινουρ, και όχι τη λεπτομερή ακρίβεια με την οποία δίνουν σχήμα σε όλα τα πράγματα εκεί μέσα. Αλλά όταν οι Άινουρ είδαν αυτό τον τόπο κατοικίας σε όραμα και είδαν τα Παιδιά του Ιλούβαταρ να εγείρονται από κει, τότε πολλοί από τους πιο μεγάλους έστρεψαν τη σκέψη και την επιθυμία τους προς εκείνο τον τόπο. Κι απ' αυτούς κυριότερος ήταν ο Μέλκορ, όπως και στην αρχή ήταν ο πιο μεγάλος από τους Άινουρ που έλαβαν μέρος στη Μουσική. Και υποκρινόταν, ακόμα και στον εαυτό του στην αρχή, πως επιθυμούσε να πάει εκεί και να τα τακτοποιήσει όλα για το καλό των Παιδιών του Ιλούβαταρ, ελέγχοντας την αναστάτωση από τη ζέστη και το κρύο που τον διαπερνούσαν. Όμως αυτός μάλλον επιθυμούσε να υποτάξει στη θέλησή του και τα Ξωτικά και τους Ανθρώπους, επειδή ζήλευε τα δώρα με τα οποία ο Ιλούβαταρ υποσχέθηκε να τους προικήσει. Και ακόμη επιθυμούσε κι αυτός να έχει υπηκόους και υπηρέτες και να τον αποκαλούν Αφέντη και να εξουσιάζει τη θέληση των άλλων.

Αλλά οι άλλοι Άινουρ κοίταξαν τον τόπο εκείνο που βρισκόταν στους αχανείς χώρους του Κόσμου και που τα Ξωτικά ονομάζουν Άρντα, Γη, και οι καρδιές τους αναγάλλιασαν στο φως και τα μάτια τους, βλέποντας τόσα χρώματα, γέμισαν χαρά, αλλά εξαιτίας της βουής της θάλασσας ένιωσαν μεγάλη ανησυχία. Και παρατήρησαν τους ανέμους και τον αέρα και τα υλικά από τα οποία ήταν φτιαγμένη η Άρντα, το σίδερο και την πέτρα, το ασήμι και το χρυσάφι και πολλά άλλα: αλλά από όλα αυτά πιο πολύ παίνεσαν το νερό. Και λένε οι Έλνταρ ότι στο νερό ζει ακόμα ο απόηχος της Μουσικής των Άινουρ περισσότερο παρά οπουδήποτε αλλού σ' αυτήν τη Γη. Και πολλά από τα Παιδιά του Ιλούβαταρ ακούνε ακόμα αχόρταγα τις φωνές της Θάλασσας, κι όμως δεν ξέρουν για ποιο πράγμα ακούνε.

Τότε ο Άινου, που τα Ξωτικά ονομάζουν Ούλμο, έστρεψε τη σκέψη του στο νερό, και από όλους αυτός ήταν που είχε βαθύτερα διδαχτεί τη μουσική από τον Ιλούβαταρ. Για τον αέρα όμως και τους ανέμους είχε ασχοληθεί περισσότερο ο Μάνγουε, ο ευγενέστερος από τους Άινουρ. Την υφή της Γης την είχε μελετήσει ο Άουλε, στον οποίο ο Ιλούβαταρ είχε δώσει δεξιοσύνη και γνώση ελάχιστα μικρότερη από του Μέλκορ. Η απόλαυση όμως και η υπερηφάνεια του Άουλε βρίσκεται στη διαδικασία της κατασκευής και στο κατασκεύασμα και όχι στην ιδιοποίηση ή στη δική του εξουσία, για αυτό δίνει και δεν αποθηκεύει και είναι ελεύθερος από έγνοιες.

Και ο Ιλούβαταρ μίλησε στον Ούλμο και είπε: "Δε βλέπεις πως εδώ σ' αυτό το μικρό βασίλειο στα Βάθη του Χρόνου ο Μέλκορ κάνει πόλεμο στη δική σου επικράτεια; Έχει επινοήσει φοβερό κρύο κι άμετρο κι όμως δεν έχει καταφέρει να καταστρέψει την ομορφιά των πηγών σου, ούτε τις καθάριες λίμνες σου. Κοίταξε το χιόνι και την περίτεχνη δουλειά του παγετού! Ο Μέλκορ έχει επινοήσει θερμοκρασίες και φωτιές χωρίς μέτρο και δεν έχει καταφέρει να στεγνώσει τον πόθο σου ούτε έχει τελείως υποτάξει τη μουσική της θάλασσας. Εσύ κοίταξε μάλλον το ύψος και τη δόξα των συννέφων και τις πάντα διαφορετικές ομίχλες, και άκουσε τη βροχή να πέφτει στη Γη! Και μέσα απ' αυτά τα σύννεφα πηγαίνεις πιο κοντά στον Μάνγουε, το φίλο σου, που τον αγαπάς".

Τότε ο Ούλμο αποκρίθηκε: "Πραγματικά, το Νερό τώρα έχει γίνει ωραιότερο απ' ό,τι το φαντάστηκε η καρδιά μου, γιατί ούτε η μυστική μου σκέψη είχε συλλάβει τη χιονοστιβάδα, ούτε πουθενά σ' όλη μου τη μουσική δεν είχα περιλάβει τη βροχή που πέφτει. Θα πάω να βρω τον Μάνγουε για να φτιάχνουμε πάντα μαζί μελωδίες για τη δική σου απόλαυση!"

Και ο Μάνγουε και ο Ούλμο από την αρχή είναι σύμμαχοι και σε όλα έχουν πιστά υπηρετήσει το σκοπό του Ιλούβαταρ.

Αλλά ενώ μιλούσε ακόμα ο Ούλμο και, ενώ ακόμα οι Άινουρ κοιτούσαν το όραμα, αυτό απομακρύνθηκε και χάθηκε από τα μάτια τους. Και τους φάνηκε ότι εκείνη τη στιγμή διέκριναν ένα καινούριο πράγμα, τη Σκοτεινιά, που δεν τη γνώριζαν πριν παρά μόνο νοερά. Είχαν όμως γοητευτεί από την ομορφιά του οράματος και είχαν απορροφηθεί στο ξεδίπλωμα του Κόσμου που γεννήθηκε εκεί και ο νους τους γέμισε απ' αυτό. Γιατί η ιστορία δεν ήταν ολοκληρωμένη και τα γυρίσματα του χρόνου δεν ήταν τελειωμένα όταν το όραμα απομακρύνθηκε. Και μερικοί έχουν πει ότι το όραμα διακόπηκε πριν την ολοκλήρωση της Κυριαρχίας των Ανθρώπων και να σβήσουν οι Πρωτογέννητοι, γιατί, αν και η Μουσική βρίσκεται παντού σε όλα, οι Βάλαρ δεν έχουν δει τις Μετέπειτα Εποχές ή το τέλος του Κόσμου.

Τότε δημιουργήθηκε ανησυχία ανάμεσα στους Άινουρ. Ο Ιλούβαταρ όμως τους κάλεσε και είπε: "Γνωρίζω την επιθυμία του νου σας να υπάρξει πραγματικά αυτό που είδατε όχι μόνο στη σκέψη σας αλλά όπως υπάρχετε εσείς οι ίδιοι, και όμως διαφορετικά. Γι' αυτό λέγω: Ea! Γεννηθήτωσαν αυτά τα πράγματα! Και θα στείλω στο Κενό την Ακατάλυτη Φλόγα, και αυτή θα βρίσκεται στην καρδιά του Κόσμου, και ο Κόσμος θα Γεννηθεί. Και όσοι από σας το επιθυμήσουν, μπορούν να κατέβουν σ' αυτόν".

Και ξαφνικά οι Άινουρ είδαν πολύ μακριά ένα φως, που έμοιαζε σαν σύννεφο, με μια ζωντανή φλόγα για καρδιά, και κατάλαβαν πως αυτό δεν ήταν μόνο όραμα, αλλά πως ο Ιλούβαταρ είχε φτιάξει ένα νέο δημιούργημα: την Έα, τον Κόσμο που Είναι.

Κι έτσι έγινε ώστε μερικοί από τους Άινουρ να κατοικούν ακόμα με τον Ιλούβαταρ πέρα από τα όρια του Κόσμου, ενώ άλλοι, κι ανάμεσά τους πολλοί από τους μεγαλύτερους και καλύτερους, πήραν την άδεια του Ιλούβαταρ και κατέβηκαν σ' αυτόν. Ο Ιλούβαταρ όμως έθεσε αυτή την προϋπόθεση, ότι η δύναμή τους από τότε και στο εξής θα περιέχεται και θα είναι δεμένη στον Κόσμο, θα είναι μέσα του για πάντα ώσπου να ολοκληρωθεί, έτσι ώστε αυτοί να είναι η ζωή του και αυτος η δική τους - αυτή είναι η αναγκαιότητα της αγάπης τους. Και από τότε ονομάστηκαν Βάλαρ, οι Δυνάμεις του Κόσμου.

Αλλά όταν οι Βάλαρ μπήκαν στην Έα, έμειναν στην αρχή κατάπληκτοι και τα έχασαν, γιατί τα πάντα ήταν λες και τίποτα δεν είχε γίνει ακόμα από όσα είχαν δει στο όραμα και όλα βρίσκονταν στην αρχή τους και δεν είχαν ακόμη σχηματιστεί, και ήταν σκοτάδι. Γιατί η Μεγάλη Μουσική δεν ήταν παρά το μεγάλωμα και το λουλούδιασμα της σκέψης στα Άχρονα Παλάτια και το Όραμα ήταν μόνο μια προόραση. Τώρα όμως οι Βάλαρ είχαν εισέλθει στην αρχή του Χρόνου και είδαν ότι ο Κόσμος δεν είχε παρά προσκιαγραφηθεί και προτραγουδηθεί και αυτοί έπρεπε να τον φτιάξουν. Έτσι άρχισαν τα μεγάλα και επίπονα έργα τους σε ερημιές αχαρτογράφητες και ανεξερεύνητες και σε εποχές αχρονολόγητες και ξεχασμένες, ώσπου στα Βάθη του Χρόνου και καταμεσής στα αχανή δώματα της Έα παρουσιάστηκε εκείνη η ώρα και εκείνος ο χώρος, όπου δημιουργήθηκε ο τόπος της κατοικίας των Παιδιών του Ιλούβαταρ. Και σ' αυτό το έργο τον κύριο ρόλο έπαιξαν ο Μάνγουε, ο Άουλε και ο Ούλμο. Ήταν όμως και ο Μέλκορ εκεί από την αρχή και ανακατευόταν σε όλα όσα γίνονταν και τα 'φερνε, αν μπορούσε, σύμφωνα με τις δικές του επιθυμίες και σκοπούς, και άναψε μεγάλες φωτιές. Όταν, λοιπόν, η Γη ήταν ακόμα νέα και γεμάλη φλόγα, ο Μέλκορ τη διεκδίκησε και είπε στους άλλους Βάλαρ:

"Αυτό θα είναι το δικό μου βασίλειο, και το παίρνω στο όνομά μου!"
Ο Μάνγουε όμως ήταν ο αδελφός του Μέλκορ στο νου του Ιλούβαταρ και ήταν το κύριο όργανο στο δεύτερο θέμα που είχε ξεκινήσει ο Ιλούβαταρ ενάντια στην κακοφωνία του Μέλκορ, και κάλεσε κοντά του πολλά πνεύματα ανώτερα και κατώτερα, που κατέβηκαν στα πεδία της Άρντα και βοήθησαν τον Μάνγουε μην τυχόν και ο Μέλκορ εμποδίσει την ολοκλήρωση των μόχθων τους για πάντα, και μαραθεί η Γη πριν ανθίσει. Και ο Μάνγουε είπε στον Μέλκορ: "Δεν θα οικειοποιηθείς αυτό το βασίλειο άδικα, γιατί πολλοί άλλοι έχουν κοπιάσει εδώ όχι λιγότερο από σένα". Και διαφώνησαν σοβαρά ο Μέλκορ και οι άλλοι Βάλαρ, και προσωρινά ο Μέλκορ αποτραβήχτηκε και έφυγε σε άλλες περιοχές κι έκανε εκεί ό,τι μπορούσε. Αλλά απ' την καρδιά του δεν έβγαζε τον πόθο για το Βασίλειο της Άρντα.

Τώρα οι Βάλαρ πήραν σχήμα και μορφή, και επειδή η αγάπη τους για τα Παιδιά του Ιλούβαταρ που περίμεναν μ' ελπίδα, τους είχε προσελκύσει στον Κόσμο, πήραν σχήμα σύμφωνα με όσα είχαν δει στο Όραμα του Ιλούβαταρ, εκτός από το μεγαλείο και τη λάμψη. Το σχήμα τους επιπλέον προέρχεται από τη γνώση που έχουν του ορατού Κόσμου, παρά από τον ίδιο τον Κόσμο, και δεν το χρειάζονται πάρα μόνο όπως χρησιμοποιούμε εμείς τα ρούχα, που μπορεί και να είμαστε γυμνοί χωρίς να χάνουμε την οντότητά μας. Έτσι και οι Βάλαρ μπορούν να κινούνται γυμνοί αν θέλουν, και τότε ούτε οι Έλνταρ δεν μπορούν να τους διακρίνουν ακόμα κι αν είναι παρόντες. Όταν όμως οι Βάλαρ θελήσουν να ντυθούν, παίρνουν μορφές άλλοι ανδρικές και άλλοι γυναικείες, γιατί από την αρχή τους είχαν αυτήν τη διαφορά διάθεσης και αυτήν απλά την ενσαρκώνει ο κάθε Βάλαρ στην επιλογή του, αυτός όμως δε δημιουργείται από αυτήν την επιλογή. Όπως και σ' εμάς το αρσενικό και το θηλυκό μπορεί να φαίνεται από τα ρούχα αλλά δε δημιουργείται από αυτά. Αλλά τα σχήματα, με τα οποία ντύνονται οι Μεγάλοι, δεν είναι πάντα σαν τα σχήματα των βασιλιάδων και των βασιλισσών των Παιδιών του Ιλούβαταρ, γιατί άλλες φορές μπορεί να ντύνονται με τη σκέψη τους και να γίνονται ορατοί με μορφές μεγαλείου και τρόμου.

Και οι Βάλαρ πήραν με το μέρος τους πολλούς συντρόφους, άλλους μικρότερους και άλλους σχεδόν τόσο μεγάλους όσο αυτοί, και δούλευαν κοπιαστικά όλοι μαζί για να βάλουν τάξη στη Γη και να τιθασεύσουν τις ταραχές της. Τότε ο Μέλκορ είδε τι γινόταν και ότι οι Βάλαρ περπατούσαν στη Γη σαν ορατές δυνάμεις, ντυμένοι με τα ρούχα του κόσμου, και ήταν όμορφοι και ένδοξοι να τους βλέπει κανείς και ευτυχισμένοι. Και είδε ότι η Γη γινόταν κήπος για να τη χαίρονται, γιατί οι ταραχές της είχαν τεθεί υπό έλεγχο. Ο φθόνος του τότε μεγάλωσε ακόμη περισσότερο, και πήρε κι αυτός ορατή μορφή, αλλά εξαιτίας της διάθεσής του και της κακίας που έκαιγε μέσα του, αυτή η μορφή ήταν σκοτεινή και φοβερή. Και κατέβηκε στην Άρντα με δύναμη και μεγαλείο μεγαλύτερο από κάθε άλλον Βάλαρ, σαν βουνό που περπατά στη θάλασσα κι έχει το κεφάλι του ψηλότερα από τα σύννεφα και είναι τυλιγμένο σε πάγο κι έχει κορόνα καπνό και φωτιά. Και το φως των ματιών του Μέλκορ ήταν σαν φλόγα που ξεραίνει με τη θερμότητα και διαπερνά με μια θανατερή παγωνιά τα πάντα.

Έτσι άρχισε η πρώτη μάχη των Βάλαρ με τον Μέλκορ για την κυριαρχία της Άρντα, και για κείνες τις αναταραχές τα Ξωτικά γνωρίζουν ελάχιστα. Γιατί ό,τι έχει γραφτεί εδώ προέρχεται από τους ίδιους τους Βάλαρ, με τους οποίους τα Ξωτικά μίλησαν στη γη του Βάλινορ, και από τους οποίους διδάχτηκαν, αλλά οι Βάλαρ έλεγαν λίγα για τους πολέμους πριν τον ερχομό των Ξωτικών. Όμως λέγεται ανάμεσα στους Έλνταρ ότι οι Βάλαρ πάντοτε προσπαθούσαν, σε πείσμα του Μέλκορ, να κυβερνήσουν τη Γη και να την προετοιμάσουν για τον ερχομό των Πρωτογέννητων. Κι έφτιαχναν στεριές κι ο Μέλκορ τις χαλούσε, έσκαβαν κοιλάδες κι ο Μέλκορ τις σήκωνε ψηλά, σμίλευαν βουνά και ο Μέλκορ τα καταβαράθρωνε, κοίλωναν θάλασσες κι ο Μέλκορ τις άδειαζε, και τίποτα δεν μπορούσε να ειρηνέψει ούτε να ολοκληρωθεί, γιατί μόλις οι Βάλαρ άρχιζαν ένα έργο, αμέσως ο Μέλκορ θα το χαλούσε ή θα το διέφθειρε. Όμως οι κόποι τους δεν πήγαιναν όλοι χαμένοι, και, αν και πουθενά και σε κανένα έργο η θέληση και ο σκοπός τους δεν ολοκληρώνονταν τελείως και όλα τα πράγματα είχαν σχήμα και χρώμα διαφορετικό από κείνο που αρχικά οι Βάλαρ σκόπευαν, όμως, παρ' όλα αυτά, σιγά σιγά η Γη σχηματίστηκε και σταθεροποιήθηκε. Κι έτσι, τέλος, ο τόπος κατοικίας των Παιδιών του Ιλούβαταρ ιδρύθηκε στα Βάθη του Χρόνου και ανάμεσα στα αμέτρητα αστέρια.



Σιλμαρίλλιον, σελ. 29-39