Μένεγκροθ

To Menegroth, γνωστό επίσης ως "Χίλια Σπήλαια" και "Οι Σπηλιές του Menegroth", ήταν η πρωτεύουσα της γης του Doriath, το οποίο ήταν το σπίτι του Βασιλιά Thingol των Sindar και της Βασίλισσας Maia Melian κατά την Πρώτη Εποχή. Εκεί ήταν η υπέροχα διακοσμημένη Αίθουσα του Thingol όπου βρισκόταν ο θρόνος του, αλλά κι εκεί όπου δολοφονήθηκε ο ίδιος απ' τους Νάνους του Nogrod. Επιπλέον, η Αποστολή του Beren για το Silmaril ξεκινά στο Menegroth. Αργότερα λεηλατήθηκε απ' τους Γιούς του Fëanor στην αναζήτησή τους ενός από τα Silmarils, το οποίο κλάπηκε από το στέμμα του Morgoth, πριν τον Πόλεμο της Οργής.


Στους χρόνους μετά τον Πόλεμο για την Σωτηρία των Ξωτικών, οι Τελέρι είχαν σκορπιστεί σε όλο το Μπελέριαντ σε λιμάνια όπως το Φαλάς, ή στις δασώδεις εκτάσεις του Ρέγκιον και του Νέλντορεθ. Ο αρχηγός τους, ο Έλγουε, χάθηκε για πολύ καιρό στα δάση με την Μάια Μέλιαν, την αγαπημένη του. Έπειτα εμφανίστηκαν ξανά και οι δύο, κι εκείνος, ονομαζόμενος πλέον Θίνγκολ, βιαζόταν να φτιάξει ένα σπίτι για το λαό του. Έτσι, ζήτησε απ' τους Νάνους του Μπέλεγκοστ να βοηθήσουν στην κατασκευή του νέου φρουρίου, το οποίο σκάφτηκε μέσα στον δυτικό τοίχο του φαραγγιού πάνω από τον ποταμό Εσγκάλντουιν, και είχε μόνο μια είσοδο, ψηλά πάνω από τον ποταμό, προσβάσιμη από μία μεγάλη πέτρινη γέφυρα. Ονομάστηκε Μένεγκροθ, τα Χίλια Σπήλαια, λόγω του μεγάλου αριθμού σπηλαίων και αιθουσών του, όλα λαξευμένα σε πέτρα και υπέροχα διακοσμημένα από σκαλίσματα οξιών και πουλιών. Τα πολλά αυτά διαφορετικά δωμάτια περιλάμβαναν οπλοστάσια, θησαυροφυλάκια, σιδηρουργεία και κατοικίες για τα Ξωτικά και τους Νάνους.

Κατά τους Χρόνους των Δέντρων, το Ντόριαθ είχε ειρήνη για πολύ καιρό, καθότι ο Θίνγκολ προτιμούσε την απομόνωση και διέταξε τον λαό του να μην ανακατευτεί στις υποθέσεις των Νόλντορ, εξαιτίας της Αδελφοκτονίας στο Αλκουαλόντε, και απαγόρευσε την χρήση της Κουένυα στο βασίλειό του. Ο Θίνγκολ, ωστόσο, κράτησε επικοινωνία μόνο με τους συγγενείς του στη Νάργκοθροντ, ενώ δεν πήρε μέρος σε καμία από τις ύστερες Μάχες του Μπελέριαντ σχετικά με τον αγώνα εναντίον του Μόργκοθ.

Κάποια στιγμή κατά τα μέσα της Πρώτης Εποχής, ο Μπέρεν Ερχάμιον ζήτησε το χέρι της Λούθιεν, της κόρης του Θίνγκολ, αλλά ο Βασιλιάς για να δεχτεί, απαίτησε απ' τον Μπέρεν να του φέρει πρώτα ένα Σίλμαριλ απ' την Σιδερένια Κορώνα του Μόργκοθ. Η Λούθιεν τον συντρόφευσε στην Αποστολή του στην Άνγκμπαντ και μαζί κατάφεραν να πάρουν το Σίλμαριλ, αλλά ο Κάρχαροθ, ο μεγάλος λύκος που φρουρούσε τις Πύλες της Άνγκμπαντ, δάγκωσε κι έκοψε το χέρι του Μπέρεν που κρατούσε το Σίλμαριλ. Ο λύκος, λόγω του ότι το Πετράδι του έκαιγε τα σωθικά, τρελαμένος εισέβαλε στο Μένεγκροθ, καταστρέφοντας τη γη στο πέρασμά του. Ήρθε αντιμέτωπος με τον Χούαν, το Μεγάλο Κυνηγόσκυλο του Βάλινορ, στις βορειοανατολικές όχθες του Εσγκάλντουιν και σκοτώθηκε. Το Σίλμαριλ βρέθηκε στο στομάχι του και δόθηκε στον Θίνγκολ.

Η Λεηλασία του Ντόριαθ

Χρόνια αργότερα, ο Χούριν Θάλιον έφερε στο Ντόριαθ το φημισμένο περιδέραιο Ναουγκλάμιρ ως δώρο στον Θίνγκολ. Εκείνος άρχισε να σκέφτεται ένα τρόπο να ενσωματώσει το Σίλμαριλ πάνω στο Ναουγκλάμιρ, έτσι ανέθεσε τους Νάνους του Νόγκροντ να ενώσουν το Σίλμαριλ με το Ναουγκλάμιρ, το Περιδέραιο των Νάνων. Μόλις ολοκληρώθηκε το κόσμημα ο Θίνγκολ έκανε την κίνηση να το πάρει και να το φορέσει. Οι Νάνοι τον σταματήσαν, απαιτώντας το ως πληρωμή και ο Θίνγκολ τους επέπληξε με υπεροπτικά λόγια. Οι Νάνοι του επιτέθηκαν, τον σκότωσαν, έκλεψαν το περιδέραιο και προσπάθησαν να διαφύγουν, αλλά οι περισσότεροι από αυτούς σκοτώθηκαν και το Ναουγκλάμιρ ανακτήθηκε. Η Μέλιαν στη συνέχεια, είπε στον Μάμπλουνγκ να ειδοποιήσει τον Μπέρεν, και βαθιά θλιμμένη έφυγε για το Βάλινορ και μαζί της έφυγε και η προστατευτική της Ζώνη, αφήνωντας το βασίλειο ανυπεράσπιστο. Έτσι τελείωσε η παλαιά ευδαιμονία που βασίλεψε στο Ντόριαθ για χιλιάδες χρόνια, και τα πράγματα δεν θα ήταν ποτέ ξανά τα ίδια.

Δύο Νάνοι που ξέφυγαν από το Ντόριαθ ανέφεραν στον βασιλιά τους στο Νόγκροντ μια διαστρεβλωμένη εκδοχή των γεγονότων. Οι Νάνοι του Νόγκροντ μαζέψαν στρατό και επιτέθηκαν στο Ντόριαθ σε αντίποινα. Η σφαγή ήταν μεγάλη και από τις δύο πλευρές, αλλά οι Νάνοι στο τέλος νίκησαν. Το Μένεγκροθ λεηλατήθηκε και πολλοί έχασαν τη ζωή τους, και εντέλει οι Νάνοι ξεκινήσει το μεγάλο ταξίδι της επιστροφής φορτωμένοι με τα λάφυρα του πολέμου, συμπεριλαμβανομένου και του Ναουγκλάμιρ. Στο Σαρν Άθραντ δέχτηκαν επίθεση από τις δυνάμεις των Πράσινων Ξωτικών με επικεφαλής τον Μπέρεν, ο οποίος, με τη βοήθεια των Εντς του Οσσίριαντ, εξολόθρευσε τους Νάνους και πήρε πίσω το Σίλμαριλ. 

H Δεύτερη Αδελφοκτονία και το Τέλος του Μένεγκροθ

Έπειτα, το Ναουγκλάμιρ με το Σίλμαριλ φορέθηκε από τη Λούθιεν στο Τολ Γκάλεν στο Οσσίριαντ. Αν και αποδυναμωμένο, το Βασίλειο του Ντόριαθ συνεχίστηκε, διότι ο Ντίορ Ελουχίλ, ο γιος του Μπέρεν και της Λούθιεν και κληρονόμος του Θίνγκολ, επέστρεψε στο Ντόριαθ με τη σύζυγό του Νίμλοθ, τους δύο γιους τους Ελουρέντ και Ελουρίν, και την κόρη τους Έλγουινγκ, και πήρε το στέμμα. Ο ίδιος αρχίζει την ανοικοδόμηση του βασιλείου και εν μέρει αποκαταστάθηκε. Σύντομα, ο Μπέρεν και η Λούθιεν πέθαναν για δεύτερη φορά, αφήνοντας τον κόσμο για πάντα. Το Ναουγκλάμιρ και το Σίλμαριλ δόθηκαν στον Ντίορ. Λίγο μετά, οι γιοί του Φέανορ, ακολουθώντας τον Όρκο τους, απαίτησαν την επιστροφή του Σίλμαριλ, αλλά ο Ντίορ αρνήθηκε να παραδώσει το Πετράδι για το οποίο είχαν υποφέρει τόσα πολλά οι γονείς του. Ο Κέλεγκορμ παρακίνησε τους αδελφούς του και, μέσα στο χειμώνα, οι στρατοί τους παρατάχτηκαν στις πύλες του Μένεγκροθ. Οι Γιοί του Φέανορ εισέβαλαν μέσα και πραγματοποιήθηκε η Δεύτερη Αδελφοκτονία. Οι Κέλεγκορμ, Κουρούφιν και Καράνθιρ σκοτώθηκαν, όπως και οι Ντίορ, Νίμλοθ. Οι γιοί του Ντίορ, οι Ελουρέντ και Ελουρίν, εγκαταλείφθηκαν στο δάσος να πεθάνουν της πείνας. Ο λαός του Ντόριαθ σκοτώθηκε ή διασκορπίστηκε, ενώ η Έλγουινγκ πήρε το Ναουγκλάμιρ και ξέφυγε με όσους απέμειναν από το Ντόριαθ για τις εκβολές του Σίριον. Το Μένεγκροθ και το Ντόριαθ δεν ξαναχτίστηκαν ποτέ και παρέμειναν εγκαταλελειμμένα και ακατοίκητα, μέχρι που βυθίστηκαν μαζί με το μεγαλύτερο μέρος του υπολοίπου Μπελέριαντ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: