Φίνροντ Φέλαγκουντ

Ο Finrod, ονομαζόμενος επίσης Felagund, ήταν Noldo ο οποίος γεννήθηκε στο Aman, κατά πάσα πιθανότητα στην Tirion. Ήταν ο πρωτότοκος γιος του Finarfin και της Eärwen, και ο αδελφός των Orodreth, Angrod, Aegnor και Galadriel. Ήταν ο Βασιλιάς της Nargothrond στο Beleriand, ενώ υπήρξε φίλος των Ανθρώπων και ένα από τα πιο ευγενή Ξωτικά του Οίκου του Finarfin. Η αρχοντιά του και ο θάνατός του για να σώσει τον Beren, αλλά και η αντίθεσή του στον Όρκο του Fëanor, έδρασαν καταλυτικά για την επιστροφή του στη ζωή στο Valinor, κάνοντάς τον έτσι το πρώτο Ξωτικό που μετενσαρκώθηκε στους Αθάνατους Τόπους πριν από το τέλος της Πρώτης Εποχής
  

Ο Φίνροντ ήταν σαν τον πατέρα του στο πρόσωπο και στα μαλλιά που ήταν χρυσά, όπως και στην ευγενή και γενναιόδωρη καρδιά του. Ήταν σοφός, δίκαιος, ισχυρός και μεγάλος ταξιδιώτης. Αντιτάχθηκε στον Φέανορ και τον Όρκο του όταν εκείνος θέλησε να επιστρέψει στη Μέση-Γη για να ανακτήσει τα Σίλμαριλς από τον Μόργκοθ. Τελικά επέλεξε να μην χωριστεί από τους δικούς του και έτσι ακολούθησε τον πατέρα του και τον Οίκο του, αλλά και τον Οίκο του Φινγκόλφιν

Ο Φίνροντ δεν έλαβε μέρος στην Αδελφοκτονία του Αλκουαλόντε, ούτε και γνώριζε για αυτή όταν συνέχιζε τη διέλευση μέσα από το Άραμαν. Βαδίζοντας μέχρι την ακτή, ο στρατός συνάντησε μια φιγούρα πάνω σε ένα βράχο και άκουσαν την Προφητεία του Βορρά. Στη συνέχεια, ο Φινάρφιν και πολλοί από τους δικούς του αναχώρησαν και επέστρεψαν στην Τίριον, αλλά ο Φίνροντ επέλεξε να συνεχίσει στην Μέση-Γη με τον στρατό του Φινγκόλφιν.

Ο Φίνροντ ίδρυσε την αρχική Μίνας Τίριθ στο Πέρασμα του Σίριον. Περίπου το έτος 50 της Πρώτης Εποχής, ο ίδιος και ο ξάδερφός του ο Τούργκον, καθώς ταξίδευαν στον ποταμό Σίριον, στρατοπέδευσαν στις όχθες του. Ενώ κοιμόντουσαν, ο Ούλμο έστειλε και στους δύο ένα όνειρο όπου τους έλεγε να κοιτάξουν για ένα κρυμμένο μέρος στο οποίο θα ήταν ασφαλείς από τις δυνάμεις του Μόργκοθ, και τους αποκάλυψε το κρυμμένο βασίλειο της Νάργκοθροντ και την κοιλάδα του Τουμλάντεν. Ο Φίνροντ ανακάλυψε τις σπηλιές κάτω από το Τάουρ-εν-Φάροθ, που προστατεύονταν από τον ποταμό Νάρογκ και την δύναμη του Ούλμο, και εκεί πήγε για να βρει το δικό του βασίλειο και να γίνει Βασιλιάς της Νάργκοθροντ. Ενώ κυνηγούσε στα εδάφη του Θαργκέλιον στο Ανατολικό Μπελέριαντ, ο Φίνροντ ήταν ο πρώτος Νόλντο που συνάντησε τους Ανθρώπους. Έμεινε μαζί τους για καιρό, μαθαίνοντας τη γλώσσα τους και διδάσκοντας εκείνους τη Sindarin. Είχε στενή φιλία με τον Άντρεθ του Οίκου του Μπέορ, τον οποίο επισκεπτόταν συχνά, κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Άνγκμπαντ, για να συνομιλήσει μαζί του σχετικά με τα θέματα των Ξωτικών και των Ανθρώπων.

Κατά τη διάρκεια της Μάχης της Ξαφνικής Φλόγας, ο Μπάραχιρ του Οίκου του Μπέορ έσωσε τη ζωή του Φίνροντ. Τότε ο Φίνροντ ορκίστηκε ότι θα τηρήσει τη φιλία του και ότι θα βοηθήσει τον Μπάραχιρ και τους συγγενείς του αν παραστεί ανάγκη, και εις ένδειξη φιλίας ο Φίνροντ του έδωσε το δαχτυλίδι του. Αυτό το δαχτυλίδι έγινε αργότερα γνωστό ως το Δαχτυλίδι του Μπάραχιρ και τελικά δόθηκε στον Άραγκορν όταν αποκάλυψε την πραγματική του ταυτότητα. Χρόνια μετά την
Μάχης της Ξαφνικής Φλόγας, ο γιος του Μπάραχιρ, ο Μπέρεν, ήρθε στη Νάργκοθροντ να ζητήσει βοήθεια, και ο Φίνροντ πήγε μαζί του στην Αποστολή για το Σίλμαριλ για να ξεπληρώσει το χρέος του. Οι Κέλεγκορμ και Κουρούφιν, οι γιοί του Φέανορ, οι οποίοι ζούσαν τότε στην Νάργκοθροντ, χρησιμοποιώντας τον φόβο του Μόργκοθ και με έμμεσες απειλές που σχετίζονταν με τον Όρκο τους, έπεισαν τους περισσότερους στη Νάργκοθροντ να μείνουν πίσω και να μην ακολουθήσουν τον Φίνροντ. Μόνο δέκα πολεμιστές, με επικεφαλής τον Εντράχιλ, ήταν πιστοί και συνόδευσαν τον βασιλιά τους.

Κάτω από τα Ομιχλιασμένα Βουνά συνάντησαν μια ομάδα από Όρκς και τα σκότωσαν. Πήραν τον εξοπλισμό τους και τα όπλα τους, και με τις τέχνες που κατείχε ο Φίνροντ η μορφή και το πρόσωπό τους άλλαξε και έμοιαζαν με Όρκς. Μεταμφιεσμένοι πήραν το δρόμο βόρεια, μεταξύ των Έρεντ Γουέθριν και των υψίπεδων του Τάουρ-νου-Φούιν. Παρόλα αυτά, οι δώδεκα πιάστηκαν αιχμάλωτοι από τον Σάουρον και μεταφέρθηκαν στο Τολ-ιν-Γκάουρχοθ, πρώην Μίνας Τίριθ, το κάστρο που ο ίδιος ο Φέλαγκουντ είχε χτίσει. Έτσι ξεκίνησε ο διαγωνισμός μεταξύ του Φίνροντ και του Σάουρον. Οι δυό τους πολέμησαν ο ένας τον άλλο με μαγικά τραγούδια της δύναμης, και, παρόλο που η δύναμη του βασιλιά Φίνροντ ήταν πάρα πολύ μεγάλη, στο τέλος
επικράτησε ο Σάουρον. Τότε ο Σάουρον τους αφαίρεσε την μεταμφίεση, και παρόλο που είχαν πλέον αποκαλυφθεί τα γένη τους, δεν μπορούσε να ανακαλύψει ούτε τα ονόματα ούτε τους σκοπούς τους. Εν συνεχεία τους φυλάκισε και, θέλωντας να μάθει περισσότερα για την ταυτότητά τους, έστειλε λύκους και τους καταβρόχθιζαν έναν έναν μέχρι να αποκαλυφθεί το μυστικό τους, αλλά κανείς δεν το έκανε, ώσπου στο τέλος είχαν απομείνει ζωντανοί μόνο ο Μπέρεν και ο Φίνροντ. Όταν ο λύκος ήρθε για τον Μπέρεν, ο Φίνροντ συγκέντρωσε όλη του τη δύναμη, έσπασε τις αλυσίδες του και σκότωσε τον λύκο με τα δόντια του και με γυμνά χέρια. Ωστόσο ο ίδιος πληγώθηκε θανάσιμα, και πέθανε μέσα στο σκοτάδι, στο Τολ-ιν-Γκάουρχοθ. Έτσι ο Βασιλιάς Φίνροντ Φέλαγκουντ, ο πιο δίκαιος και ο πιο αγαπητός από τον Οίκο του Φίνγουε, ξεπλήρωσε τον όρκο του.

Ο Φίνροντ αγαπούσε την Αμάριε, μια Βάνυα, η οποία δεν τον ακολούθησε στη
Μέση-Γη. Γι' αυτό το λόγο, παρόλο που ήταν αρραβωνιασμένοι, ο Φίνροντ δεν παντρεύτηκε ποτέ όσο ήταν στη Μέση-Γη. Λόγω των ευγενών δράσεών του όσο ζούσε, αλλά και της απροθυμίας του να ταξιδέψει στη Μέση-Γη, ο Φίνροντ μετά από λίγο καιρό μετενσαρκώθηκε. Εκείνος και ο Γκλορφίντελ ήταν τα μόνα Ξωτικά που είναι γνωστό ότι μετενσαρκώθηκαν πριν από τον Πόλεμο της Οργής. Σημειώνεται στην Ωδή της Λέιθιαν ότι στον Φίνροντ σύντομα δόθηκε η δυνατότητα να ζήσει και να επιστρέψει στο Βάλινορ και πλέον ζει με την Αμάριε, έτσι πιθανότατα να είχαν παντρευτεί αργότερα. Σημειώνεται, επίσης, στο Σιλμαρίλλιον ότι "ο Φίνροντ περπατά με τον Φινάρφιν τον πατέρα του  κάτω από τα δέντρα στο Έλνταμαρ".
 
Το όνομα Finrod είναι η Sindarin μορφή του ονόματος Findaráto (όπως ήταν το το όνομά του στην Quenya), που σημαίνει κατά προσέγγιση "Δυνατός Απόγονος του Φίνγουε". Το Felagund είναι ένας τίτλος που του δόθηκε από τους Νάνους που μεγάλωναν τις σπηλιές της Νάργκοθροντ. Στην πραγματικότητα έχει προέλευση από την γλώσσα των Νάνων από τις λέξεις felak-gundu, "Λαξευτής των Σπηλαίων". Ο Φίνροντ ονομαζόταν επίσης από τον Μπέορ και τους ανθρώπους του Nóm ("Σοφία"), Nomin («ο Σοφός») και "Φίλος-των-Ανθρώπων", το οποίο ήταν Edennil και Atandil, στη Sindarin και στην Quenya αντίστοιχα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: