Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα teleri. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα teleri. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τολ Ερεσσέα

Το Tol Eressëa, το Μοναχικό Νησί, ήταν ένα μεγάλο νησί που βρισκόταν στην ανατολική ακτή του Aman. Το όνομά του μεταφράζεται στην Quenya ως το "Μοναχικό Νησί", διότι βρισκόταν αρχικά στη μέση της Belegaer, μακριά από οποιαδήποτε άλλη γη.


Το Τολ Ερεσσέα  ήταν αρχικά ένα νησί που βρισκόταν στη μέση της Μπελέγκαερ, μακριά από τις ακτές του Άμαν ή της Μέσης-Γης.
Ο Ούλμο το ξερίζωσε και με τη βοήθεια των υπηρετών του το χρησιμοποίησε ως πλωτό νησί για να μεταφέρει τις πρόθυμες τρεις φυλές των Ξωτικών δύο φορές - εμπρός και πίσω - από τη Μέση-Γη έως το Άμαν. Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Πορείας των Έλνταρ στο Βάλινορ, ο Όσσε στάλθηκε για να προσεγγίσει τους Λίνταρ, τη γενιά των Έλνταρ που χρονοτριβούσε στις ακτές της Μπελέγκαερ, και έγινε φίλος μαζί τους και τους δίδαξε τη γνώση για τη θάλασσα και τη μουσική της. Όταν ο Ούλμο επέστρεψε με το πλωτό νησί για να συνεχίσουν το ταξίδι τους προς τα δυτικά, ο Όσσε (που αγαπούσε τις ακτές της Μέσης-Γης) δεν επιθυμούσε να χωριστεί με τους φίλους του. Έτσι, έπεισε κάποιους από αυτούς, όπως ο Κίρνταν, να παραμείνουν εκεί, στο Φαλάς και στον Κόλπο του Μπάλαρ.

Κίρνταν

Ο Círdan, αρχικά γνωστός ως Nowë και αργότερα ως Círdan ο Ναυπηγός, ήταν ένα Ξωτικό με καταγωγή από τους Teleri (των οποίων ήταν ένας από τους πιο σοφούς πρίγκιπες), ένας μεγάλος ναυτικός και ναυπηγός στη Μέση-Γη. Ήταν ο άρχοντας του Falas και στη συνέχεια του Balar για το μεγαλύτερο μέρος της Πρώτης Εποχής, ένας από τους πιο σοφούς και ίσως ο ισχυρότερος των Moriquendi. Ήταν συγγενής τόσο με τον Elwë όσο και με τον Olwë, και υπήρξε ο κάτοχος του Μεγάλου Δαχτυλιδιού Narya, το οποίο αργότερα το έδωσε στον Gandalf. Círdan σημαίνει "Ναυπηγός" στη Sindarin, ενώ η Quenya μορφή του ονόματος ήταν Ciryatan.


Ο Κίρνταν ήταν ένα από τα τρία μεγαλύτερα εν ζωή Ξωτικά στη Μέση-Γη στο τέλος της Τρίτης Εποχής, μαζί με την Γκαλάντριελ και τον Κέλεμπορν, όλοι γεννημένοι κατά τη διάρκεια των Χρόνων των Δέντρων. Είχε γενειάδα, κάτι σπάνιο για Ξωτικό, και ασημένια μαλλιά όπως ο Θίνγκολ ο συγγενής του. Ήταν μεγάλης ηλικίας στην εποχή του Πολέμου του Δαχτυλιδιού, ίσως ο μεγαλύτερος όλων των Τελέρι ή ακόμα και από όλα τα Ξωτικά που παρέμειναν στη Μέση-Γη. Μπορεί επίσης να ήταν ένα από τα Ξωτικά που ξύπνησαν κοντά στην Κουιβιένεν κι επομένως να ήταν χωρίς μητέρα ή πατέρα. Στο τέλος της Τρίτης Εποχής δεν υπήρχαν άλλα Ξωτικά που ζούσαν από την αρχή της Πρώτης Εποχής. Ο Κίρνταν ήταν ένα από τα δύο Ξωτικά (το άλλο ήταν ο Κέλεμπορν), που πέρασε τον περισσότερο χρόνο στη Μέση-Γη όντας παρών σε περισσότερες εποχές από οποιοδήποτε άλλο Ξωτικό (και οι δύο βρίσκονταν στην Άρντα προς τα τέλη των Χρόνων των Δέντρων, και από την Πρώτη μέχρι και την Τέταρτη Εποχή). Ο Τόλκιν έχει γράψει ότι ο Κίρνταν θα έπαιρνε το τελευταίο πλοίο για τη Δύση, καθότι ήταν ο Άρχοντας των Γκρίζων Λιμανιών, κάτι που βεβαιώνει ότι είχε τη μακρύτερη διάρκεια ζωής, αφού έφυγε για το Βάλινορ στην Τέταρτη Εποχή, αργότερα από οποιοδήποτε άλλο Ξωτικό.

Έλνταρ

Οι Eldar (ενικός Elda) ήταν το όνομα που δόθηκε στα Ξωτικά από τον Vala Oromë, όταν εκείνος τα πρωτοβρήκε κάτω από το αστρόφως στην Cuiviénen. Στην αρχή, το όνομα χρησιμοποιούταν για όλα τα Ξωτικά, στην πορεία όμως, μετά το κάλεσμα των Valar, χρησιμοποιούταν μόνο για τα Ξωτικά που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα και ξεκίνησαν το Μεγάλο Ταξίδι.


Τα τρία γένη των Έλνταρ ήταν οι Βάνυαρ, οι Νόλντορ και οι Τελέρι. Όλοι οι Βάνυαρ και οι Νόλντορ πήγαν στο Άμαν, αν και πολλοί από τους Νόλντορ επέστρεψαν αργότερα στη Μέση-Γη με τον Φέανορ. Πολλοί από τους Τελέρι πήγαν επίσης στο Βάλινορ, ενώ οι υπόλοιποι εγκατέλειψαν το Ταξίδι όσο ακόμα βρίσκονταν στη Μέση-Γη. Από τους Τελέρι βγήκαν δύο φυλές. Αυτοί λοιπόν λέγονταν Ουμάνυαρ, οι Έλνταρ που δεν πήγαν στο Άμαν. Οι πρώτοι από αυτούς ήταν οι Νάντορ που έφυγαν ανατολικά των Ομιχλιασμένων Βουνών και ταξίδεψαν στον Ποταμό Άντουιν. Οι δεύτεροι, οι Σίνταρ, καθυστέρησαν στο Μπελέριαντ ψάχνοντας για τον αρχηγό τους, τον Έλγουε Σίνγκολλο.

Ούινεν

H Uinen, γνωστή και ως η Κυρά της Θάλασσας, ήταν μια Maia στις υπηρεσίες του Ulmo, η σύζυγος του Maia Ossë και η προστάτιδα όλων των ναυτικών. Αγαπούσε και προστάτευε όλα τα πλάσματα που ζούσαν στη θάλασσα και έφερνε ήρεμες θάλασσες. Μπορούσε να ηρεμήσει τα θορυβώδη κύματα του Ossë και γι 'αυτό αγαπήθηκε από τους ναυτικούς. Λέγεται ότι τα μαλλιά της απλώνονταν σε όλη την επιφάνεια του νερού. Oι Númenóreans την τιμούσαν ευλαβικά ισάξια με τους Valar.


Στις αρχαίες ημέρες της Άρντα, ο Όσσε παρασυρόμενος από τον Μέλκορ και τις ψεύτικες υποσχέσεις του, επαναστάτησε εναντίον του Κυρίου του, του Oύλμο, του Άρχοντα των Υδάτων. Άρχισε να δημιουργεί αδικαιολόγητες καταιγίδες οι οποίες έκαναν το ταξίδι στη θάλασσα ιδιαίτερα επικίνδυνο, ενώ οι μανιασμένες καταιγίδες που έφταναν στην ξηρά δημιουργούσαν πολλές καταστροφές. Η Ούινεν βοήθησε τον Όσσε να επιστρέψει στις υπηρεσίες του Oύλμο, περιορίζοντάς τον και φέρνοντάς τον ενώπιόν του. Μετά από αυτό, ο Όσσε συγχωρέθηκε κι έμεινε πιστός από τότε και στο εξής στους Βάλαρ. O Oύλμο ανέθεσε στους Μάιαρ Ούινεν και Όσσε την διοίκηση των κυμάτων και των κινήσεων των Εσωτερικών Θαλασσών. Επιπλέον, από τότε, η Ούινεν ήταν εκείνη που συγκρατούσε τη βία του συζύγου της στις θάλασσες και στις ακτές.

Όλγουε

O Olwë, ένα Ξωτικό των Teleri του Aman, ήταν ο νεότερος αδελφός του Elwë (Elu Thingol), του Βασιλιά των Sindar, ο μεγαλύτερος αδελφός του Elmo και ο πατέρας της Eärwen, ενώ είχε και αρκετούς γιους. Όταν ο ίδιος και οι συγγενείς του έφτασαν στο Aman, επέλεξαν να μείνουν τόσο στο Tol Eressëa όσο και στο Alqualondë, χωριστά από τα υπόλοιπα Ξωτικά του Aman. Έγινε Άρχοντας του Alqualondë και Βασιλιάς των Teleri, επίσης γνωστοί ως Falmari. Άλλα Ξωτικά από τους Teleri, όπως ο Nowë (Círdan), λέγεται ότι ήταν συγγενείς με τον Olwë, ενώ πολλοί από αυτούς τον ονόμαζαν επίσης Volwë.

 
Ο Έλγουε και ο Όλγουε ήταν και οι δύο άρχοντες της τρίτης φυλής των Ξωτικών, που ονομάστηκαν αργότερα Τελέρι, και μαζί οδήγησαν τους λαούς τους από την Κουιβιένεν προς τη Δύση. Ωστόσο, μετά από μακρά αναμονή στο Μπελέριαντ ο
Έλγουε εξαφανίστηκε. Μετά από χρόνια ερευνών, ο Όλγουε όντας πλέον πολύ ανυπόμονος, οδήγησε το μεγαλύτερο μέρος των Τελέρι στο Βάλινορ, σε επιμονή του Βάλα Ούλμο.

Όσσε

O Ossë ήταν Maia στις υπηρεσίες του Vala Ulmo, του Άρχοντα των Υδάτων, με τον οποίο μπήκανε μαζί στα νερά της Arda, και φρουρούσε τα ύδατα γύρω απ' τη Μέση-Γη. Ήταν σύζυγος της Maia Uinen και φίλος των Teleri και των Sindar. Ossë σημαίνει "Τρόμος" στην Quenya, ενώ το όνομά του στην Sindarin ήταν Gaerys.


O Όσσε ήταν ένας Μάια στις υπηρεσίες του Ούλμο. Ποτέ δεν τέθηκε στα βάθη των θαλασσών, όπως έκανε ο κύριός του, αλλά ήταν λάτρης της αγριότητας και της παλίρροιας κατά μήκος των ακτών της γης. Η Ούινεν ήταν η σύζυγός του και ήταν κι εκείνη στις υπηρεσίες του Ούλμο. Ο Όσσε ήταν φίλος του Κίρνταν του Ναυπηγού, των Τελέρι και των Σίνταρ της Μέσης-Γης, και εκείνοι του απέδιδαν τιμές ισάξιες με των Βάλαρ. Η φιλική σχέση αυτή ξεκίνησε όταν οι Σίνταρ βρίσκονταν ακόμη στις ακτές της Μέσης-Γης, περιμένοντας τον αρχηγό τους.

Ορόντρεθ

O Orodreth, σύμφωνα με τo δημοσιευμένο Silmarillion, ήταν ένας Ñoldo της Πρώτης Εποχής. Γεννημένος στην Tirion κατά τη διάρκεια των Χρόνων των Δέντρων, ήταν ο γιος του Ñoldo Finarfin και της πριγκίπισσας των Teleri Eärwen, ο αδερφός των Finrod Felagund, Angrod, Aegnor και Galadriel, καθώς και ο δεύτερος Βασιλιάς της υπόγειας πόλης της Nargothrond στο δυτικό Beleriand. Είχε μόνο μία κόρη, την Finduilas. Ο ίδιος σκοτώθηκε στη Μάχη του Tumhalad. Το όνομα Orodreth σημαίνει "Ορειβάτης" στη Sindarin. Το όνομά του στην Quenya ήταν Artaresto και έχει την ίδια σημασία.

 
ε άλλες σημειώσεις του Tolkien, ο
Orodreth ήταν ο γιος του Angrod, του γιου του Finarfin, και της Eldalótë. Κατά συνέπεια αυτό τον κάνει εγγονό του Finarfin και της Eärwen και ανιψιό των Finrod Felagund, Aegnor και Galadriel. Η σύζυγός του ήταν ένα Sindarin Ξωτικό του Βορρά, και απέκτησαν δύο παιδιά, την Finduilas και τον Gil-galad.)
 

Αλκουαλόντε

To Alqualondë, το Λιμάνι των Κύκνων, ήταν η κύρια πόλη των Falmari (ή αλλιώς Teleri) στις ακτές του Valinor. Λέγεται ότι η πόλη βρισκόταν βόρεια και ανατολικά της Tirion, μεταξύ του Calacirya και του Araman στο βόρειο Eldamar.


Η πόλη ήταν χτισμένη σε ένα φυσικό λιμάνι από πέτρα και είχε τείχη. Η είσοδός της ήταν αψιδωτή και, εκτός από τα μεγάλα λιμάνια, φιλοξενούσε επίσης τον Πύργο του Όλγουε. Η πόλη ήταν καλυμμένη με μαργαριτάρια που βρήκαν τα Ξωτικά στη θάλασσα, αλλά και με πετράδια που απόκτησαν από τους Νόλντορ. Τα διάσημα λευκά πλοία τους σε σχήμα κύκνου με τα χρυσά ράμφη αγκυροβολούσαν εκεί. Χτίστηκε από τους Τελέρι όταν ήρθαν στο Άμαν και βασιλιάς της ήταν ο Όλγουε.

Εάργουεν

H Eärwen ήταν η κόρη του Olwë, αδελφού του Thingol και Βασιλιά των Teleri του Aman, σύζυγος του Finarfin και μητέρα των Orodreth, Finrod, Angrod, Aegnor και Galadriel. Μέσω της ίδιας τα παιδιά της είχαν αίμα των Teleri και γι' αυτό τους επιτρεπόταν η είσοδος στο Doriath.


Κατά τη διάρκεια των Χρόνων των Δέντρων γύρω στο 1280, παντρεύτηκε τον Φινάρφιν, πρίγκηπα των Νόλντορ από τον Οίκο του Φίνγουε. Έγινε η μητέρα του Φίνροντ, του Ορόντρεθ, του Άνγκροντ, του Αέγκνορ και της Γκαλάντριελ. Λέγεται ότι ήταν φίλη με την Ανάιρε, τη σύζυγο του Φινγκόλφιν, τον μεγαλύτερο αδερφό του Φινάρφιν. Η Εάργουεν έμεινε στο Άμαν μετά την Φυγή των Νόλντορ, και πιθανώς ακόμη ζει εκεί με τον Φινάρφιν.

Σίνταρ

Οι Sindar (που σημαίνει "Οι Γκρίζοι" και που στον ενικό είναι Sinda) ήταν Ξωτικά με καταγωγή από τους Τeleri. Ήταν μια υπο-ομάδα των Eldar και μετέπειτα μια υπο-ομάδα των Τeleri, και τα Ξωτικά εκείνα που επέλεξαν να παραμείνουν στο Beleriand και να μην συνεχίσουν το Μεγάλο Ταξίδι. Ήταν επίσης γνωστοί ως Γκρίζα Ξωτικά. 


Σίνταρ ήταν το όνομα που δόθηκε απ' τους εξόριστους Νόλντορ σε εκείνους τους Τελέρι που ζούσαν στο Μπελέριαντ και δεν ολοκλήρωσαν το Μεγάλο Ταξίδι. Οι αρχικοί Σίνταρ ήταν φίλοι του Έλγουε Σίνγκολλο, οι οποίοι τον περίμεναν όταν εκείνος είχε χαθεί στο Ναν Έλμοθ. Αργότερα οι Λαϊκουέντι και οι υπόλοιποι Νάντορ που εισήλθαν στο Μπελέριαντ συχνά υπολογίζονταν ανάμεσα στους Σίνταρ.

Ντόριαθ

To Doriath ήταν η γη των Sindar. Ονομαζόταν η Περιφραγμένη Γη, επειδή η βασίλισσά του, η Μelian, το περιέβαλε με μια μαγική Ζώνη, έτσι ώστε κανένας δεν θα μπορούσε να εισέλθει χωρίς την άδεια του βασιλιά Thingol. Το βασίλειο υπήρχε κατά τη διάρκεια του τελευταίου μισού των Χρόνων των Δέντρων και κατά το μεγαλύτερο μέρος της Πρώτης Εποχής των Χρόνων του Ηλίου. Για χιλιάδες χρόνια παρέμεινε χωριστό από τον έξω κόσμο υπό την ηγεσία του βασιλιά Thingol και την προστασία της συζύγου του, της Maia Μelian, μέχρι που συντάχθηκε στον πόλεμο εναντίον του Morgoth και συμμερίστηκε τη μοίρα των Noldor, λόγω του Όρκου του Fëanor.


Το Ντόριαθ ονομάστηκε αρχικά Έγκλαντορ. Βρισκόταν στο μέσον του Μπελέριαντ, ανάμεσα στα Έρεντ Γκόργκοροθ (Τα Βουνά του Τρόμου) στα βόρεια, τους λόφους Άντραμ στα νότια, το Τάλαθ Ντίρνεν στα δυτικά και το Έστολαντ στα ανατολικά. Ήταν ένα βασίλειο από δάση γύρω από τον μεγάλο ποταμό Σίριον, και μέσα σε αυτό ήταν τα δάση Νέλντορεθ (επίσης Taur-na-Neldor), Νίβριμ (το δάσος με τις βελανιδιές) και Ρέγκιον (το κύριο δάσος). Τα δάση του Μπρέθιλ και του Ναν Έλμοθ θεωρούνταν ότι ήταν κάτω από την επιρροή του Θίνγκολ, αν και αυτά δεν ήταν κάτω από τον άμεσο έλεγχό του και επιπλέον βρίσκονταν έξω από τη Ζώνη της Μέλιαν. Ο Βασιλιάς Θίνγκολ του Ντόριαθ, ο Υψηλός Βασιλέας των Σίνταρ, έβλεπε όλο το Μπελέριαντ ως βασίλειό του, από τον Γκέλιον ως τη Μπελέγκαερ. 

Τελέρι

Οι Teleri ήταν η τρίτη από τις φυλές των Ξωτικών που έκαναν το Μεγάλο Ταξίδι για το Valinor. Σε αυτούς άνηκαν οι Teleri του Valinor (γνωστοί ως Falmari), καθώς και οι Sindar, οι Laiquendi και οι Nándor της Μέσης-Γης. Στην αρχή ήταν γνωστοί ως Nelyar ("Οι Τρίτοι"), και αποτελούσαν τον μεγαλύτερο από τους τρεις οίκους των Πρωτογέννητων. Σύμφωνα με τον μύθο, κατάγονται από τον Enel, το τρίτο Ξωτικό που ξύπνησε στην Cuiviénen, τη σύζυγό του Enelyë και τους εβδομήντα δύο συντρόφους του. Οι περισσότεροι από τους Avari αρχικά ανήκαν σε αυτή τη γενιά. Κατά την αρχαία εποχή ονόμασαν τον εαυτό τους Lindar, ή "Τραγουδιστές", επειδή ήταν γνωστοί για την ωραία φωνή τους.

 
Όταν οι Βάλαρ αποφάσισαν να φέρουν τα Ξωτικά στο Άμαν, επέλεξαν τρεις πρεσβευτές. Οι
Ίνγκουε, Φίνγουε και Έλγουε ταξίδεψαν εκεί και προσπάθησαν να πείσουν τους λαούς τους ώστε να κάνουν το ταξίδι. Πολλοί από αυτούς, ιδιαίτερα της φυλής των Νέλυαρ, αρνήθηκαν, και ονομάστηκαν Αβάρι, "Οι Απρόθυμοι".

Νόλντορ

Οι Noldor ήταν η δεύτερη φυλή των Ξωτικών που ήρθαν στο Aman. Ήταν εξαιρετικά εξειδικευμένοι στις κατασκευές και κέρδισαν πολλή γνώση την οποία μετέδωσαν στους Ανθρώπους μετά την εξορία τους. Ο βασιλιάς τους ήταν αρχικά ο Finwë, τον οποίο δολοφόνησε ο Μorgoth, οδηγώντας έτσι τον γιο του Fëanor να εκδικηθεί για τον θάνατο του πατέρα του αλλά και για την κλοπή των Silmarils, κάνοντας πόλεμο εναντίον του Μorgoth στη Μέση-Γη. Ο πόλεμος των Noldor εναντίον του Μorgoth περιλαμβάνει πολλές από τις ιστορίες της Πρώτης Εποχής.

 
Οι Νόλντορ (στην Quenya σημαίνει κείνοι που έχουν τη Γνώση") είναι η δεύτερη φυλή των Ξωτικών που μετανάστευσαν στο Βάλινορ και έζησαν στο Έλνταμαρ. Οι άλλες δύο φυλές ήταν οι
Βάνυαρ (Vanyar) και οι Τελέρι (Teleri). Οι Νόλντορ αποκαλούνται Golodhrim ή Gódhellim στη Sindarin, και Goldui από τους Τελέρι του Τολ Ερέσσεα. Ο ενικός είναι Noldo και το επίθετο Noldorin. Όπως και οι Tελέρι, είχαν συνήθως γκρίζα μάτια και σκούρα μαλλιά (εκτός από εκείνους που είχαν μέσα τους το αίμα των Βάνυαρ, με πιο γνωστούς εκείνους του Οίκου του Φινάρφιν).